Σπ. Μαρκεζίνης-Π. Σιφναίος |
Μία περίεργη υπόθεση με πρωταγωνιστές το βασιλιά Γεώργιο B’, τον Εμμανουήλ Τσουδερό που χρημάτισε πρωθυπουργός, τον επιχειρηματία Μποδοσάκη Αθανασιάδη, τον Αρχιεπίσκοπο Χρύσανθο, τον πολιτικό Π. Σιφναίο και το γνωστό μέντιουμ της δεκαετίας του ’40 Έλλη Διέλλα περιγράφεται στον τρίτο τόμο της «Σύγχρονης Πολιτικής Ιστορίας της Ελλάδος» του Σπύρου Μαρκεζίνη. Ο πολιτικός και ιστορικός Μαρκεζίνης καταγράφει τη μαρτυρία του Σιφναίου για το «επεισόδιο Διέλλα»:
«Δεν ενθυμούμαι ακριβώς πότε συνέβη, αλλά θα ήτο ολίγον μετά την ανάληψιν υπ’ εμού της Γενικής Διευθύνσεως του ΕΙΡ, τον Απρίλιον του 1946.Με επεσκέφθη μία κοπέλλα, γύρω στα 30, μελαχροινή, ελαφρώς χωλαίνουσα. Εφορούσε πράσινα, με ένα γουνάκι άσπρο στους ώμους. Μόλις εμπήκα στο γραφείο της Γενικής Διευθύνσεως μου εσυστήθη ως Έλλη Δίελλα και χωρίς προλόγους μου εδήλωσεν ότι είναι απεσταλμένη μιας “γερόντισσας”, η οποία, γνωρίζουσα την αγάπην μου προς τον αείμνηστον Γεώργιον Β’, ήθελε να μου ανακοινώση απ’ ευθείας ένα “μήνυμα” πολύ σοβαρόν προς αυτόν. Η Δίελλα δεν εγνώριζε το “μήνυμα”. Κατόπιν συνεννοήσεως, την επαύριον, περί ώραν 11 π.μ. με ωδήγησεν εις ημιυπόγειον διαμέρισμα πολυκατοικίας, κειμένης παρά την γωνίαν των οδών Πλουτάρχου και Πατριάρχου Ιωακείμ Γ’. Εισερχόμενος εις το διαμέρισμα, συνήντησα εξερχόμενον τον κ. Μποδοσάκην Αθανασιάδην, τον
οποίον εγνώριζα, ως χειρισθείς μαζί με τον Άγγελον Αθανασιάδην, νομικόν του σύμβουλον, το 1934-35 τας δίκας του ξενοδοχείου “Pera Palace” Κωνσταντινουπόλεως. Ο κ. Μποδοσάκης με εχαιρέτησεν απλώς, χωρίς να είπη τίποτε άλλο.Το διαμέρισμα, εξ όσων ενθυμούμαι, είχε δύο κύρια δωμάτια, ένα υπνοδωμάτιον και ένα σαλονάκι, συνεχόμενα. Εις το σαλονάκι με υπεδέχθη μία γυναίκα περίπου 60 ετών, ντυμένη μαύρα, αδύνατη, με ομαλά χαρακτηριστικά και μίαν παράδοξον ηρεμίαν εις το πρόσωπον και όλας τας κινήσεις. Ελέγετο Δέσποινα. Αφού μου προσέφερε καφέ και γλυκό, με εκάλεσε να σταθώ παραπλεύρως της ενώπιον ενός εικονίσματος της Θεοτόκου, εις το βάθος του δωματίου, όπου ήτο αναμμένο ένα κερί. Προσηυχήθη ενώπιον του εικονίσματος επί 15 λεπτά περίπου, εν απολύτω σιωπή. Ενόσω προσηύχετο, το πρόσωπόν της εγίνετο ωχρόν, μέχρις ότου έχασε κάθε χρώμα εντελώς. Συγχρόνως σταγόνες ιδρώτος ενεφανίσθησαν εις το μέτωπόν της. Μόλις συνήλθεν από την κατάστασιν αυτήν, την οποίαν θα ωνόμαζα έκστασιν, με εκάλεσε και εντελώς ήρεμος πλέον και με τελείως ομαλήν φωνήν μου είπε τα εξής: “Η Παναγία επιθυμεί να διαβιβάσης εσύ το μήνυμα που θα σου πω στον Βασιλέα, διότι ξεύρομεν ότι αληθώς τον αγαπάς. Ο Βασιλεύς θα επανέλθη στην Ελλάδα. Πριν αποβιβασθή όμως στας Αθήνας, πρέπει απαραιτήτως να περάση από την Τήνον και να προσκυνήση την Μεγαλόχαρην. Αν παραλείψη να το κάμη θα αποθάνη εξ μήνας μετά την επάνοδόν του. Να του μεταδώσης το μήνυμα αμέσως».Ο Σιφναίος σπεύδει να ενημερώσει τον Μαρκεζίνη: «Την παράδοξον αυτήν σκηνήν έκρινα σκόπιμον να ανακοινώσω αμέσως εις τον Μαρκεζίνην, ο οποίος είχε τακτικήν σύνδεσιν με τον εν Λονδίνω Βασιλέα. Ο Μαρκεζίνης μου συνέστησε να μεταδώσω το μήνυμα. Έγραψα παρευθύς εις τον Ραούλ Ρωσέττην, τότε σύμβουλον του Γεωργίου Β’, με τον οποίον είχαμε συνδεθή εις Κάιρον αφ’ ότου αντικατέστησε τον παραιτηθέντα Πέτρον Μεταξά. Ο Ρωσέττης μου απήντησε ιδιοχείρως. Ατυχώς έχασα την επιστολήν αυτήν, όπως και άλλας, μαζί με όλον τον Φάκελον Δ’ του αρχείου μου, κατά τας διαφόρους μετακομίσεις. Ενθυμούμαι όμως μίαν φράσιν της απαντήσεώς του εκείνης: “Το μήνυμά σας έσπευσα να το μεταδώσω εις την Αυτού Μεγαλειότητα και σας ευχαριστώ θερμώς”».Όμως παρά την ουσιαστικώς αρνητική απάντηση του Ρ. Ρωσέττη, η Δίελλα επέμενε και ο Σπύρος Μαρκεζίνης γράφει: «Στη δεύτερη επίσκεψη του Σιφναίου στο σπίτι της γερόντισσας, η οποία απουσίαζε, του έδειξε μία παλαιά εικόνα και του είπε ότι είναι δώρο του Εμ. Τσουδερού. Σε μία από τις συναντήσεις του συγγραφέως, με τον επιστρέψαντα από την Αίγυπτο Εμ. Τσουδερό, ο τέως Πρωθυπουργός είπε, παρουσία του Π. Σιφναίου, ότι όταν ευρίσκετο, επί Μεταξά, υπό περιορισμόν στην Εκάλη, τον είχε επισκεφθεί η γερόντισσα εκείνη και του είχε πει ότι θα γίνει “Πρωθυπουργός στο εξωτερικό”. Ο Τσουδερός της είπε ότι προφανώς εννοούσε ότι θα γίνει Υπουργός των Εξωτερικών. Εκείνη όμως επέμενε. Όταν αργότερα έγινε πράγματι Πρωθυπουργός, ο Τσουδερός, ο οποίος επίστευε στον πνευματισμό και στα παράδοξα του είδους αυτού, ενεθυμήθη τη γερόντισσα και της εδώρησε τη μνημονευθείσα παλαιά εικόνα».
Το επεισόδιο «Δίελλα» είχε και μία παράδοξη συνέχεια, καθώς εμπλέκεται και ο Αρχιεπίσκοπος Χρύσανθος, στενός φίλος της βασιλικής οικογένειας. «Ο Χρύσανθος εκάλεσε τον συγγραφέα και με προφανή διστακτικότητα του αφηγήθη ότι τον επεσκέφθη προσωπικώς η γερόντισσα Δέσποινα και τον παρεκάλεσε να μεσολαβήσει, προκειμένου να μεταβεί στο Δονδίνο η Δίελλα για να μεταφέρει η ίδια το μήνυμα στον Βασιλέα. Αποφεύγων να βλέπει κατά πρόσωπον τον συγγραφέα, ο αείμνηστος Ιεράρχης είπε χαμηλόφωνα: “Υπάρχουν πράγματα, τα οποία ουδείς είναι βέβαιος ότι δύναται να τα αποκλείσει. Διευκόλυνε, λοιπόν, την Δίελλα να μεταβεί εις Λονδίνον”. Αυτή ακριβώς τη φράση ο βαθείας μορφώσεως Ιεράρχης την είπε διστάζων και μη θέλων να παρεξηγηθεί από τον συγγραφέα.Την εποχή εκείνη ήταν ακόμη δύσκολο να επιτύχει κανείς αεροπορική μετάβαση στο Λονδίνο. Με τη μεσολάβησή μου η μετάβαση της Δίελλα επραγματοποιήθη με στρατιωτικό αεροπλάνο. Λίγες ημέρες αργότερα ο συγγραφεύς έλαβε επιστολή του Ρ. Ρωσέττη, ο οποίος είχε ενημερωθεί για την επιθυμία του Χρύσανθου. Τον πληροφορούσε ότι “ατυχώς ο Βασιλεύς δεν απέδωσε σημασία”. Ανήκε και ο Ρωσέττης σε εκείνους που επίστευαν στις παντοειδείς πνευματικές επικοινωνίες και έκρινε ότι η παρέμβαση του Χρύσανθου αποτελούσε ένα είδος συστάσεως προς τον Βασιλέα, ο οποίος είχε κάποτε παρατηρήσει στην Αγγελική Κοντοσταύλου, Μεγάλη Κυρία επί των Τιμών, ότι “δεν πρέπει να αποκλείει κανείς ό,τι δεν ημπορεί να εξηγήσει”».
Και η κατάληξη όπως την αφηγείται ο Σιφναίος; «Ο Βασιλεύς Γεώργιος Β’ επανήλθεν εις την Ελλάδα, μετά το Δημοψήφισμα του Σεπτεμβρίου του 1946, χωρίς να περάση από την Τήνον, απέθανε δε την 1ην Απριλίου 1947. Είχα τότε λησμονήσει προς στιγμήν το επεισόδιον της γερόντισσας Δέσποινας. Μου το υπενθύμισε ο Μαρκεζίνης, μετά τον θάνατον του Βασιλέως».
Μάντεις και πολιτικοί
ΑπάντησηΔιαγραφήΜατθαίου Χ. Ανδρεάδη
Απ΄την αρχαία εποχή ο άνθρωπος,έρμαιο απρόβλεπτων και ανεξήγητων περιστάσεων,οταν έπρεπε να παίρνει αποφάσεις, προσπαθούσε να έρχεται,μέσα απ΄τη μαντική και τις τελετές της,σε στιγμαία επαφή με τους θεούς,προκειμένου να μαθαίνει για τον ίδιο τις βουλές τους.Η αμφισβήτηση της μαντικής έμοιαζε με αμφισβήτηση των θεών (Σοφ.Οιδίπ.Τυρ.897-910).Απ΄τον ΄Ομηρο μέχρι τη σύγχρονη εποχή,εκστατικοί μάντεις και ποιητές («πές μου ποιητή τι βλέπεις στον αιώνα...»),οιωνοσκόποι,λεκανομάντεις, αστρολόγοι κ.λπ.,παρουσιάζονται ως διαμεσολαβητές (μέντιουμ) της γνώσεως-τότε του Δία,σήμερα του Υπερπέραν-χρησμολογώντας στον λαό,στους ισχυρούς και σε ιδιώτες.
Ειναι εκπληκτικό πόσο και στους καιρούς μας η σύγχρονη μορφή της μαντικής βρίσκει έδαφος εφαρμογής,προκειμένου να ληφθούν αποφάσεις,απο πολιτικά πρόσωπα που διαδραματίζουν αποφασιστικό ρόλο στα δημόσια πράγματα του τόπου.
Παράδειγμα:Ο Εμμανουήλ Τσουδερός ο οποίος πίστευε στον πνευματισμό και στα παράδοξα του είδους αυτού,γράφει ο βιογράφος του Ηλίας Βενέζης,πριν ορκισθεί πρωθυπουργός την 21η Απριλίου 1941,ειχε ετοιμάσει τη ραδιοφωνική του ομιλία προς τον λαό,μέρες προτού κληθεί απ΄τον Γεώργιο Β΄.Σε πνευματιστική συνεδρία (όπου ηταν κι΄ενας καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου)ενα μήνα πριν και μετά κανονική προσευχή στην αρχή της συνεδριάσεως,η οδηγός-μέντιουμ Δώρα Κασσιανίδη,κάλεσε τον Ελευθέριο Βενιζέλο,με τη μέθοδο Plachette.Εκτός απ΄τον Ελευθ.Βενιζέλο του μίλησαν απ΄το υπερπέραν ο πατέρας του,ο Αλέξανδρος.Παπαναστασίου και άλλοι,προαναγγέλλοντάς του οτι «λίαν προσεχώς,ύστερα απο εθνικές συμφορές που προσεγγίζουν»,θα τον καλούσαν στην αρχή.Και τον συμβούλευσαν να μη διστάσει ν΄αναλάβει.Ο Ελ.Βενιζέλος μάλιστα του έδινε την υπόσχεση πως θα τον βοηθούσε στο «δύσκολο έργο» του.Του είπαν δε,σε ερωτησή του, και τι πρέπει να πεί στον λαό,όταν θ’ανελάμβανε.«Περί των συνεδριάσεων αυτών»,λέει,«υπάρχουν πρακτικά»...
Περιστατικό δεύτερο:Τον Απρίλιο 1946 «γερόντισσα»,γνωστό μέντιουμ της Αθήνας,Δέσποινα ονομαζόμενη,ζήτησε απο φίλους του Γεωργίου Β΄να του διαβιβάσουν στο Λονδίνο πως «η Παναγία επιθυμούσε οταν ο Βασιλέας,επανέλθει στην Αθήνα,απαραίτητα να περάσει απ’την Τήνο και να προσκυνήσει τη Μεγαλόχαρη.Αν παραλείψει να το κάνει,θα πεθάνει σε έξη μήνες μετά την επάνοδό του».Ο Γεώργιος Β΄έλαβε το μήνυμα και επανήλθε στην Ελλάδα την 27η Σεπτεμβρίου 1946,χωρίς να περάσει απ΄την Τήνο,μολονότι κάποτε είχε πει πως «δεν πρέπει ν΄αποκλείει κανείς ό,τι δεν μπορεί να εξηγήσει».Και την Ιη Απριλίου 1947 πέθανε. Σημειώνεται πως στη «γερόντισσα» σύχναζαν επώνυμοι Αθηναίοι,οπως Μποδοσάκης κ.ά,καθώς και ο Εμμ. Τσουδερός,εικόνα του οποίου ως δώρο είχε στο σπίτι της.Περιστατικό τρίτο:Ο πρωθυπουργός Ν.Πλαστήρας το 1952 έχοντας προβλήματα δυσλειτουργίας στην κυβερνητική του συμμαχία,συζητούσε,κατ΄ιδίαν,για μια προσωπική,ουσιαστικά,εκλογική αναμέτρηση μεταξύ αυτού και του Παπάγου.Ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Αθήνα Πιουριφόϊ, γνωρίζοντας αυτό,οπως και το οτι ο Ν.Πλαστήρας πίστευε βαθύτατα στον πνευματισμό,χρησιμοποίησε γνωστή Αθηναία «καφετζού»,που εμπιστευόταν ο πρωθυπουργός η οποια και τον έπεισε οτι το πλειοψηφικό θα απέβαινε προς όφελός του και οτι αν τον προκαλούσε ο Παπάγος έπρεπε,χωρίς επιφύλαξη,ν΄αποδεχθεί την πρόκληση.Ετσι στη Βουλή ο Παπάγος,χωρίς να γνωρίζει τις μεταφυσικές ευαισθησίες του Πλαστήρα ουτε και το παρασκήνιο (που είχε ετοιμάσει ο Πιουριφόι με τη συνεργασία της «καφετζούς»),ανέβηκε στο βήμα και είπε στον Πρωθυπουργό:«Ως στρατιωτικοί, καταλαβαίνουμε ο ένας τον άλλον καλύτερα.Γιατί να χάνουμε καιρό;Ας ψηφίσουμε το πλειοψηφικό.Και αν λαός προτιμήσει εσένα,εγώ θα σε αποδεχθώ.Αν ψηφίσουν εμένα,είμαι βέβαιος οτι το ίδιο θα κάνεις και συ.Απλά πράγματα».Ο Ν.Πλαστήρας, προς γενική κατάπληξη της Βουλής,απάντησε μονολεκτικά: «Δέχομαι».Ετσι η Βουλή επανέφερε το πλειοψηφικό με το οποίο διεξήχθησαν οι εκλογές της 16ης Νοεμβρίου,1952 τις οποίες κέρδισε πανηγυρικά ο Παπάγος.