Ο Φράνκλιν Ρούζβελτ αντιμετώπισε τη δραματικότερη οικονομική κρίση στην ιστορία του καπιταλισμού με τρόπο διαμετρικά αντίθετο από εκείνον που υπαγορεύουν σήμερα τα κυρίαρχα, στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη, δόγματα της οικονομικής «ορθοδοξίας». Εχοντας κληρονομήσει μια Αμερική που οδηγήθηκε στα πρόθυρα της κατάρρευσης από την απληστία της Γουόλ Στριτ και την ιδεοληψία της απαρέγκλιτης «δημοσιονομικής πειθαρχίας» που χαρακτήριζε την κυβέρνηση Χούβερ, έδωσε το σύνθημα μιας στροφής 180 μοιρών ήδη από την ομιλία της 11ης Ιουλίου 1932, όταν, αποδεχόμενος το χρίσμα του υποψηφίου του
Δημοκρατικού Κόμματος, έριξε το σύνθημα της «Νέας Κοινωνικής Συμφωνίας» (New Deal).
«Επί δέκα χρόνια, επεκτεινόμαστε πέρα από τα όρια που επέτρεπε η φύση και η ομαλή, οικονομική ανάπτυξη. Τα επιχειρηματικά κέρδη ήταν τεράστια. Ο καταναλωτής, ο εργάτης και ο μικρομέτοχος αγνοήθηκαν. Από τη μια άκρη της χώρας μέχρι την άλλη, άνδρες και γυναίκες, ξεχασμένοι από την πολιτική φιλοσοφία αυτής της κυβέρνησης, προσβλέπουν σε μας για καθοδήγηση και για πιο δίκαιη κατανομή του εθνικού πλούτου. Δεσμεύομαι για μια νέα κοινωνική συμφωνία με τον αμερικανικό λαό. Αυτό είναι κάτι περισσότερο από μια προεκλογική εκστρατεία. Είναι κάλεσμα στα όπλα»! Οκτώ μήνες αργότερα, στις 4 Μαρτίου 1933, ο Ρούζβελτ, έχοντας θριαμβεύσει στις εκλογές, θα έδινε μια πραγματικά ιστορική ομιλία, στην επίσημη τελετή ανάληψης των καθηκόντων του. Μιλώντας σε αυστηρούς, σχεδόν θρησκευτικούς όρους, έδωσε στο χειμαζόμενο έθνος μια αίσθηση ελπίδας και προοπτικής, διακηρύσσοντας: «Θα αντέξουμε όπως αντέξαμε σε κάθε δοκιμασία, θα αναγεννηθούμε και θα δημιουργήσουμε… Το μόνο πράγμα που πρέπει να φοβόμαστε, είναι ο ίδιος ο φόβος»! Και συνέχισε: «Τα δεινά που υφιστάμεθα δεν οφείλονται σε κάποια θεμελιώδη έλλειψη. Δεν μας έπληξε επιδημία πανώλης ή σμήνος ακρίδων. Η φύση μάς προσφέρει πάντα τους καρπούς της και η ανθρώπινη εργασία τους πολλαπλασιάζει.
Η αφθονία βρίσκεται στο κατώφλι μας, αλλά η γενναιόδωρη διανομή της ακυρώνεται προτού καλά καλά αντικρίσουμε τη σοδειά του μόχθου μας. Ο βασικός λόγος βρίσκεται στο γεγονός ότι οι άρχοντες του χρήματος απέτυχαν, με τη στενοκεφαλιά και την ανικανότητά τους. Οι πρακτικές της αναίσχυντης τοκογλυφίας στέκονται καταδικασμένες στο δικαστήριο της κοινής γνώμης… Οι χρηματιστές εκδιώχθηκαν από τις υψηλές θέσεις τους στον ναό του πολιτισμού μας… Το μέτρο της ανόρθωσης θα είναι να ακολουθήσουμε κοινωνικές αρχές υψηλότερες από το στενό, χρηματικό κέρδος». Στην ίδια ομιλία, ο Ρούζβελτ περιέγραψε ως «βασικές γραμμές της επίθεσης» στον κοινωνικό του «πόλεμο» την αυστηρή χαλιναγώγηση του χρηματιστικού κεφαλαίου και τη μαζική απασχόληση, με την εκτεταμένη κρατική παρέμβαση στην οικονομία.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 29 Ιανουαρίου 1937, ο πιο πετυχημένος πρόεδρος της Αμερικής στον εικοστό αιώνα επιθεωρούσε και πάλι τη γενική εικόνα του έθνους, στην ομιλία που εγκαινίασε τη δεύτερη προεδρική θητεία του. Τα επιτεύγματα του New Deal δεν του επέτρεψαν να εξωραΐσει την κατάσταση και οι πολεμικές κραυγές ανανεώθηκαν:
«Βλέπω δεκάδες εκατομμύρια πολίτες -σημαντικό μέρος του έθνους- που στερούνται το μεγαλύτερο μέρος των εντελώς απαραίτητων για την επιβίωση… Είμαστε αποφασισμένοι να φέρουμε κάθε πολίτη στο κέντρο του εθνικού ενδιαφέροντος. Δεν θα θεωρήσουμε ποτέ καμία νόμιμη κοινωνική οργάνωση και διεκδίκηση στη χώρα μας ως περιττή. Το μέτρο της προόδου δεν θα είναι αν προσθέσουμε περισσότερη αφθονία σε αυτούς που ήδη έχουν πάρα πολλά, αλλά αν θα καταφέρουμε να προσφέρουμε αρκετά σε αυτούς που έχουν πολύ λίγα».
Αλλοι καιροί, άλλη χώρα, άλλα ήθη, θα πουν πολλοί. Και άλλοι θα πουν ότι ακούει κανείς μόνον αυτά που θέλει να ακούσει… (από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 10ης Μαίου 2010)
Με τον Ουίνστον Τσόρτσιλ |
Ο Φράνκλιν Ρούζβελτ αντιμετώπισε τη δραματικότερη οικονομική κρίση στην ιστορία του καπιταλισμού με τρόπο διαμετρικά αντίθετο από εκείνον που υπαγορεύουν σήμερα τα κυρίαρχα, στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη, δόγματα της οικονομικής «ορθοδοξίας». Εχοντας κληρονομήσει μια Αμερική που οδηγήθηκε στα πρόθυρα της κατάρρευσης από την απληστία της Γουόλ Στριτ και την ιδεοληψία της απαρέγκλιτης «δημοσιονομικής πειθαρχίας» που χαρακτήριζε την κυβέρνηση Χούβερ, έδωσε το σύνθημα μιας στροφής 180 μοιρών ήδη από την ομιλία της 11ης Ιουλίου 1932, όταν, αποδεχόμενος το χρίσμα του υποψηφίου του
Δημοκρατικού Κόμματος, έριξε το σύνθημα της «Νέας Κοινωνικής Συμφωνίας» (New Deal).
«Επί δέκα χρόνια, επεκτεινόμαστε πέρα από τα όρια που επέτρεπε η φύση και η ομαλή, οικονομική ανάπτυξη. Τα επιχειρηματικά κέρδη ήταν τεράστια. Ο καταναλωτής, ο εργάτης και ο μικρομέτοχος αγνοήθηκαν. Από τη μια άκρη της χώρας μέχρι την άλλη, άνδρες και γυναίκες, ξεχασμένοι από την πολιτική φιλοσοφία αυτής της κυβέρνησης, προσβλέπουν σε μας για καθοδήγηση και για πιο δίκαιη κατανομή του εθνικού πλούτου. Δεσμεύομαι για μια νέα κοινωνική συμφωνία με τον αμερικανικό λαό. Αυτό είναι κάτι περισσότερο από μια προεκλογική εκστρατεία. Είναι κάλεσμα στα όπλα»! Οκτώ μήνες αργότερα, στις 4 Μαρτίου 1933, ο Ρούζβελτ, έχοντας θριαμβεύσει στις εκλογές, θα έδινε μια πραγματικά ιστορική ομιλία, στην επίσημη τελετή ανάληψης των καθηκόντων του. Μιλώντας σε αυστηρούς, σχεδόν θρησκευτικούς όρους, έδωσε στο χειμαζόμενο έθνος μια αίσθηση ελπίδας και προοπτικής, διακηρύσσοντας: «Θα αντέξουμε όπως αντέξαμε σε κάθε δοκιμασία, θα αναγεννηθούμε και θα δημιουργήσουμε… Το μόνο πράγμα που πρέπει να φοβόμαστε, είναι ο ίδιος ο φόβος»! Και συνέχισε: «Τα δεινά που υφιστάμεθα δεν οφείλονται σε κάποια θεμελιώδη έλλειψη. Δεν μας έπληξε επιδημία πανώλης ή σμήνος ακρίδων. Η φύση μάς προσφέρει πάντα τους καρπούς της και η ανθρώπινη εργασία τους πολλαπλασιάζει.
Η αφθονία βρίσκεται στο κατώφλι μας, αλλά η γενναιόδωρη διανομή της ακυρώνεται προτού καλά καλά αντικρίσουμε τη σοδειά του μόχθου μας. Ο βασικός λόγος βρίσκεται στο γεγονός ότι οι άρχοντες του χρήματος απέτυχαν, με τη στενοκεφαλιά και την ανικανότητά τους. Οι πρακτικές της αναίσχυντης τοκογλυφίας στέκονται καταδικασμένες στο δικαστήριο της κοινής γνώμης… Οι χρηματιστές εκδιώχθηκαν από τις υψηλές θέσεις τους στον ναό του πολιτισμού μας… Το μέτρο της ανόρθωσης θα είναι να ακολουθήσουμε κοινωνικές αρχές υψηλότερες από το στενό, χρηματικό κέρδος». Στην ίδια ομιλία, ο Ρούζβελτ περιέγραψε ως «βασικές γραμμές της επίθεσης» στον κοινωνικό του «πόλεμο» την αυστηρή χαλιναγώγηση του χρηματιστικού κεφαλαίου και τη μαζική απασχόληση, με την εκτεταμένη κρατική παρέμβαση στην οικονομία.
Τέσσερα χρόνια αργότερα, στις 29 Ιανουαρίου 1937, ο πιο πετυχημένος πρόεδρος της Αμερικής στον εικοστό αιώνα επιθεωρούσε και πάλι τη γενική εικόνα του έθνους, στην ομιλία που εγκαινίασε τη δεύτερη προεδρική θητεία του. Τα επιτεύγματα του New Deal δεν του επέτρεψαν να εξωραΐσει την κατάσταση και οι πολεμικές κραυγές ανανεώθηκαν:
«Βλέπω δεκάδες εκατομμύρια πολίτες -σημαντικό μέρος του έθνους- που στερούνται το μεγαλύτερο μέρος των εντελώς απαραίτητων για την επιβίωση… Είμαστε αποφασισμένοι να φέρουμε κάθε πολίτη στο κέντρο του εθνικού ενδιαφέροντος. Δεν θα θεωρήσουμε ποτέ καμία νόμιμη κοινωνική οργάνωση και διεκδίκηση στη χώρα μας ως περιττή. Το μέτρο της προόδου δεν θα είναι αν προσθέσουμε περισσότερη αφθονία σε αυτούς που ήδη έχουν πάρα πολλά, αλλά αν θα καταφέρουμε να προσφέρουμε αρκετά σε αυτούς που έχουν πολύ λίγα».
Αλλοι καιροί, άλλη χώρα, άλλα ήθη, θα πουν πολλοί. Και άλλοι θα πουν ότι ακούει κανείς μόνον αυτά που θέλει να ακούσει… (από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 10ης Μαίου 2010)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου