Υπ’ αριθμόν 1 στόχος των Ελλήνων στρατιωτικών αλλά και των ΗΠΑ ο Ανδρέας
Πολύ μελάνι έχει χυθεί για το αν ήταν ξενοκίνητη η ενέργεια της 21ης Απριλίου.
Επειδή εξετάζεται μια πρόσφατη σχετικά περίοδος της ιστορίας, για την οποία μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι έχει χυθεί άπλετο φως, δύναται να υιοθετηθεί το συμπέρασμα ότι η αμερικανική πλευρά γνώριζε. Πότε ευνοούσε, πότε απλά παρακολουθούσε και πότε προέτρεπε…
Όμως, ο όρος αμερικανική πλευρά δεν έχει
ενιαία χαρακτηριστικά, τουλάχιστον για τα δρώμενα στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Δρούσαν τότε τρία δίκτυα των ΗΠΑ στην Αθήνα: το κυβερνητικό (πρεσβεία και αξιωματούχοι), εκείνο των μυστικών υπηρεσιών (κλιμάκιο CIA) και η στρατιωτική αποστολή.
Κατά τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος ήταν συχνός συνομιλητής των Αμερικανών που έδρευαν στην Ελλάδα (αφού οι τελευταίοι με πρόσχημα την ακαδημαϊκή θητεία του στη χώρα τούς ζητούσαν να τον συναντήσουν), ο Παπαδόπουλος ήταν ο σύνδεσμος της ελληνικής Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) με τη CIA. Αυτό αναφέρει στο βιβλίο του «Η Δημοκρατία στο απόσπασμα» που εγράφη κατά την περίοδο της δικτατορίας και το ίδιο επιβεβαίωνε στους συνομιλητές του από το 1981 κι έπειτα, όταν έγινε πρωθυπουγός κι απέκτησε μεγαλύτερη πρόσβαση σε διεθνή αρχεία.
Ο Αντώνιος Σκαρμαλιωράκης ήταν το πρόσωπο που συνομιλούσε με την αμερικανική πλευρά. Τόσο με το σκέλος των μυστικών υπηρεσιών της όσο και με το στρατιωτικό. Κι αυτό γιατί, όπως εξήγησε, και σε υπηρεσιακές θέσεις που το δικαιολογούσαν βρέθηκε και άριστος γνώστης της αγγλικής (σε αντίθεση με τον Παπαδόπουλο) ήταν.
Ο «αρχηγός της επταετίας» πάντως, όπως προκύπτει και επίσημα μετά τη δημοσιοποίηση αρχειακού υλικού, είχε επαφές μαζί της. Κατά τον (αείμνηστο πλέον) Σκαρμαλιωράκη, όμως, «δεν πρέπει να τις διατηρούσε ενεργές στο τελευταίο διάστημα πριν από την Επανάσταση».
Ο Αντ. Σκαρμαλιωράκης ήταν από ετών προσωπικός φίλος του Παπαδόπουλου, μέλος του ΙΔΕΑ (όπως ο ίδιος μας ομολόγησε) και άνθρωπος που είχε πάρει ενεργά μέρος σε πάρα πολλά στάδια της προπαρασκευής της 21ης Απριλίου. Όμως, επέμεινε σε μας ότι «από τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν λάβαμε ούτε την έγκριση ούτε χρήματα όπως κάποιοι είπαν». Ο ενεργός ρόλος του, δε, επιβεβαιώνεται και από φωτογραφία της εποχής που τον εμφανίζει να οδηγεί ο ίδιος το αυτοκίνητό του, με επιβαίνοντες σε αυτό τους Παπαδόπουλο, Παττακό και Μακαρέζο, έξω από τα Ανάκτορα (το απόγευμα της 21ης Απριλίου) όταν οι τρεις ορκίστηκαν υπουργοί.
Αμερικανική ανάμειξη πάντως παραδέχθηκε σ’ ένα αφιέρωμα της «Καθημερινής», για τα 10 χρόνια της δικτατορίας (το 1977), ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα το 1967 Φίλιπ Τάλμποτ, υποστηρίζοντας ότι ρόλο υπέρ των συνταγματαρχών έπαιξε η DIA, η στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών του υπουργείου Άμυνας της χώρας του. Κατά τον ίδιο δε (συνέντευξή του στον «Εθνικό Κήρυκα» της Νέας Υόρκης, 5 Μαΐου 2007) ο ελληνοαμερικανός Κροίσος της εποχής, Τομ Πάπας, ήταν «το κανάλι των συνταγματαρχών προς την Ουάσινγκτον». Τριάντα χρόνια μετά τη συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ο Τάλμποτ ίσως να έγινε και περισσότερο αποκαλυπτικός. Ενώ το 1977 απέρριπτε κάθε συζήτηση για ανάμειξη της CIA (και αναφερόταν μόνο στη DIA), το 2007 είπε: «Πώς μπορεί κάποιος να το επιβεβαιώσει ή να το αρνηθεί;». Αυτή είναι μία ερώτηση που δεν μπορεί να απαντηθεί.
Από όλες τις μαρτυρίες της εποχής προκύπτει ότι η αμερικανική πλευρά αλλά και οι συνταγματάρχες είχαν προσδιορίσει τον υπ’ αριθμόν ένα εχθρό τους: Ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Όλους τους φόβιζε η πρόσβασή του στην Αριστερά, που την είχε επιτύχει σπάζοντας τη διαχωριστική μπάρα που τη χώριζε παραδοσιακά από το χώρο του Κέντρου. Την είχε κάνει να ξεχάσει (προσωρινά έστω) ότι ο πατέρας του ηγήθηκε της κυβέρνησης που τους αντιμετώπισε στα Δεκεμβριανά και ότι ο (επίσης κεντρώος) Θεμιστοκλής Σοφούλης της αντίστοιχης που βρήκαν απέναντί το μεγαλύτερο διάστημα του Εμφυλίου.
Παράλληλα, η πληθωρική παρουσία του Ανδρέα είχε ριζοσπαστικοποιήσει σε τέτοιο βαθμό το χώρο του Κέντρου, που η γενική εκτίμηση ήταν ότι μετά τις εκλογές της 28ης Μαΐου, τα νήματα της κυβέρνησης δεν θα κινούσε ο «Γέρος αλλά ο γιος του».
Ιδιαίτερα αποκαλυπτικός σ’ αυτή την παράμετρο στάθηκε ο Τάλμποτ το 2007. Αφού παραδέχθηκε ότι «μια ημέρα που πήγα να συναντήσω τον πατέρα του του είπα ότι ο Ανδρέας έκανε σχόλια που δεν βοηθούσαν καθόλου τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις», προχώρησε ακόμα περισσότερο τονίζοντας:
«Το κατεστημένο –όποιο κι αν ήταν αυτό – ήταν πολύ ανήσυχο απέναντι στην προοπτική ανάληψης της εξουσίας από τον Ανδρέα. Ως σοσιαλιστής, που εθεωρείτο ότι είχε διασυνδέσεις με την ελληνική κοινότητα της Ανατολικής Ευρώπης, φαινόταν πρόκληση απέναντι σε όλους εκείνους που ήταν ηγέτες της Ελλάδας τις προηγούμενες δεκαετίες».
Όλο αυτό το κλίμα της εποχής ώθησε τους συνταγματάρχες να μην καθυστερήσουν ούτε λεπτό για το χρονικό σημείο Ω. Και μαζί με τους πολιτκούς που συνελήφθησαν (προεξάρχοντος του Ανδρέα), την ίδια ώρα στρατιωτικά αποσπάσματα πήγαιναν και στις κατοικίες υψηλόβαθμων στρατιωτικών. Άλλους «τους έπιασαν στον ύπνο» κι άλλους να παίζουν… χαρτιά!
Πολύ μελάνι έχει χυθεί για το αν ήταν ξενοκίνητη η ενέργεια της 21ης Απριλίου.
Επειδή εξετάζεται μια πρόσφατη σχετικά περίοδος της ιστορίας, για την οποία μπορούμε να ισχυρισθούμε ότι έχει χυθεί άπλετο φως, δύναται να υιοθετηθεί το συμπέρασμα ότι η αμερικανική πλευρά γνώριζε. Πότε ευνοούσε, πότε απλά παρακολουθούσε και πότε προέτρεπε…
Όμως, ο όρος αμερικανική πλευρά δεν έχει
ενιαία χαρακτηριστικά, τουλάχιστον για τα δρώμενα στην Ελλάδα εκείνη την εποχή. Δρούσαν τότε τρία δίκτυα των ΗΠΑ στην Αθήνα: το κυβερνητικό (πρεσβεία και αξιωματούχοι), εκείνο των μυστικών υπηρεσιών (κλιμάκιο CIA) και η στρατιωτική αποστολή.
Κατά τον Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος ήταν συχνός συνομιλητής των Αμερικανών που έδρευαν στην Ελλάδα (αφού οι τελευταίοι με πρόσχημα την ακαδημαϊκή θητεία του στη χώρα τούς ζητούσαν να τον συναντήσουν), ο Παπαδόπουλος ήταν ο σύνδεσμος της ελληνικής Κρατικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (ΚΥΠ) με τη CIA. Αυτό αναφέρει στο βιβλίο του «Η Δημοκρατία στο απόσπασμα» που εγράφη κατά την περίοδο της δικτατορίας και το ίδιο επιβεβαίωνε στους συνομιλητές του από το 1981 κι έπειτα, όταν έγινε πρωθυπουγός κι απέκτησε μεγαλύτερη πρόσβαση σε διεθνή αρχεία.
Ο Αντώνιος Σκαρμαλιωράκης ήταν το πρόσωπο που συνομιλούσε με την αμερικανική πλευρά. Τόσο με το σκέλος των μυστικών υπηρεσιών της όσο και με το στρατιωτικό. Κι αυτό γιατί, όπως εξήγησε, και σε υπηρεσιακές θέσεις που το δικαιολογούσαν βρέθηκε και άριστος γνώστης της αγγλικής (σε αντίθεση με τον Παπαδόπουλο) ήταν.
Ο «αρχηγός της επταετίας» πάντως, όπως προκύπτει και επίσημα μετά τη δημοσιοποίηση αρχειακού υλικού, είχε επαφές μαζί της. Κατά τον (αείμνηστο πλέον) Σκαρμαλιωράκη, όμως, «δεν πρέπει να τις διατηρούσε ενεργές στο τελευταίο διάστημα πριν από την Επανάσταση».
Ο Αντ. Σκαρμαλιωράκης ήταν από ετών προσωπικός φίλος του Παπαδόπουλου, μέλος του ΙΔΕΑ (όπως ο ίδιος μας ομολόγησε) και άνθρωπος που είχε πάρει ενεργά μέρος σε πάρα πολλά στάδια της προπαρασκευής της 21ης Απριλίου. Όμως, επέμεινε σε μας ότι «από τις Ηνωμένες Πολιτείες δεν λάβαμε ούτε την έγκριση ούτε χρήματα όπως κάποιοι είπαν». Ο ενεργός ρόλος του, δε, επιβεβαιώνεται και από φωτογραφία της εποχής που τον εμφανίζει να οδηγεί ο ίδιος το αυτοκίνητό του, με επιβαίνοντες σε αυτό τους Παπαδόπουλο, Παττακό και Μακαρέζο, έξω από τα Ανάκτορα (το απόγευμα της 21ης Απριλίου) όταν οι τρεις ορκίστηκαν υπουργοί.
Αμερικανική ανάμειξη πάντως παραδέχθηκε σ’ ένα αφιέρωμα της «Καθημερινής», για τα 10 χρόνια της δικτατορίας (το 1977), ο πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αθήνα το 1967 Φίλιπ Τάλμποτ, υποστηρίζοντας ότι ρόλο υπέρ των συνταγματαρχών έπαιξε η DIA, η στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών του υπουργείου Άμυνας της χώρας του. Κατά τον ίδιο δε (συνέντευξή του στον «Εθνικό Κήρυκα» της Νέας Υόρκης, 5 Μαΐου 2007) ο ελληνοαμερικανός Κροίσος της εποχής, Τομ Πάπας, ήταν «το κανάλι των συνταγματαρχών προς την Ουάσινγκτον». Τριάντα χρόνια μετά τη συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ο Τάλμποτ ίσως να έγινε και περισσότερο αποκαλυπτικός. Ενώ το 1977 απέρριπτε κάθε συζήτηση για ανάμειξη της CIA (και αναφερόταν μόνο στη DIA), το 2007 είπε: «Πώς μπορεί κάποιος να το επιβεβαιώσει ή να το αρνηθεί;». Αυτή είναι μία ερώτηση που δεν μπορεί να απαντηθεί.
Από όλες τις μαρτυρίες της εποχής προκύπτει ότι η αμερικανική πλευρά αλλά και οι συνταγματάρχες είχαν προσδιορίσει τον υπ’ αριθμόν ένα εχθρό τους: Ήταν ο Ανδρέας Παπανδρέου.
Όλους τους φόβιζε η πρόσβασή του στην Αριστερά, που την είχε επιτύχει σπάζοντας τη διαχωριστική μπάρα που τη χώριζε παραδοσιακά από το χώρο του Κέντρου. Την είχε κάνει να ξεχάσει (προσωρινά έστω) ότι ο πατέρας του ηγήθηκε της κυβέρνησης που τους αντιμετώπισε στα Δεκεμβριανά και ότι ο (επίσης κεντρώος) Θεμιστοκλής Σοφούλης της αντίστοιχης που βρήκαν απέναντί το μεγαλύτερο διάστημα του Εμφυλίου.
Παράλληλα, η πληθωρική παρουσία του Ανδρέα είχε ριζοσπαστικοποιήσει σε τέτοιο βαθμό το χώρο του Κέντρου, που η γενική εκτίμηση ήταν ότι μετά τις εκλογές της 28ης Μαΐου, τα νήματα της κυβέρνησης δεν θα κινούσε ο «Γέρος αλλά ο γιος του».
Ιδιαίτερα αποκαλυπτικός σ’ αυτή την παράμετρο στάθηκε ο Τάλμποτ το 2007. Αφού παραδέχθηκε ότι «μια ημέρα που πήγα να συναντήσω τον πατέρα του του είπα ότι ο Ανδρέας έκανε σχόλια που δεν βοηθούσαν καθόλου τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις», προχώρησε ακόμα περισσότερο τονίζοντας:
«Το κατεστημένο –όποιο κι αν ήταν αυτό – ήταν πολύ ανήσυχο απέναντι στην προοπτική ανάληψης της εξουσίας από τον Ανδρέα. Ως σοσιαλιστής, που εθεωρείτο ότι είχε διασυνδέσεις με την ελληνική κοινότητα της Ανατολικής Ευρώπης, φαινόταν πρόκληση απέναντι σε όλους εκείνους που ήταν ηγέτες της Ελλάδας τις προηγούμενες δεκαετίες».
Όλο αυτό το κλίμα της εποχής ώθησε τους συνταγματάρχες να μην καθυστερήσουν ούτε λεπτό για το χρονικό σημείο Ω. Και μαζί με τους πολιτκούς που συνελήφθησαν (προεξάρχοντος του Ανδρέα), την ίδια ώρα στρατιωτικά αποσπάσματα πήγαιναν και στις κατοικίες υψηλόβαθμων στρατιωτικών. Άλλους «τους έπιασαν στον ύπνο» κι άλλους να παίζουν… χαρτιά!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου