Οι πραξικοπηματίες στρατιωτικοί παραβίασαν την ιεραρχία. Κι όχι μόνο στη δράση τους για την κατάληψη της εξουσίας, αλλά και για την επιλογή του επικεφαλής τους.
Απογοητευμένοι από τη στάση των στρατηγών απέναντί τους (ο αρχηγός ΓΕΣ Γρηγόρης Σπαντιδάκης περίμενε την έγκριση του βασιλέως, ο Γεώργιος Ζωιτάκης ήταν μεν μαζί τους αλλά δεν έδειχνε ιδιαίτερες οργανωτικές ικανότητες, ενώ ο Οδυσσέας Αγγελής εμφανιζόταν πολύ… εύθικτος) σε μια από τις συγκεντρώσεις τους, στο σπίτι του Στυλιανού Παττακού στις 18 Απριλίου, εξέλεξαν –με μυστική ψηφοφορία- αρχηγό τους το συνταγματάρχη Γεώργιο Παπαδόπουλο.
Ήταν αναμενόμενη αυτή η επιλογή. Είχε ξεχωρίσει ανάμεσά τους, ενώ περισσότεροι από τους 22 του κεντρικού πυρήνα της επαναστατικής ομάδας ήταν συμμαθητές του στη Σχολή Ευελπίδων. Αρχαιότερος όλων (ταξίαρχος) ήταν ο Παττακός, ο οποίος μαζί με τον Νικόλαο Μακαρέζο πλαισίωσε τον
Παπαδόπουλο στη συγκρότηση της τριμελούς ηγετικής πυραμίδας.
Οι περισσότεροι από τους 22 ήταν ευνοούμενοί του (και κατά δήλωσή του ΙΔΕΑτη) Αγγελή, όταν τους είχε συναντήσει – ως μαθητές εκείνους- στη Σχολή Πυροβολικού, όπου είχε την ιδιότητα του διευθυντή σπουδών. Ήταν τότε (1951) που η εν λόγω παραστρατιωτική οργάνωση είχε δράσει, με έναν δε εκ των μετέπειτα «πρωταιτίων», τον Δημήτριο Ιωαννίδη, να λαμβάνει ενεργά μέρος στη «στάση».
Ο Παπαδόπουλος και οι φίλοι του (πιο κοντά του τότε ήταν ο Μακαρέζος και οι δύο Μιχάληδες, Ρουφογάλης και ο Μπαλόπουλος) αποτέλεσαν κατά κάποιο τρόπο τη Νεολαία του ΙΔΕΑ. Ήταν νέοι, φιλόδοξοι, ορκισμένοι αντικομμουνιστές και υπέρμαχοι της ωμής παρέμβασης του Στρατού στα πολιτικά δρώμενα.
Με την πάροδο των ετών, πότε βρίσκονταν, πότε χάνονταν (οι στρατιωτικοί άλλωστε έχουν πολλές μεταθέσεις κατά τη διάρκεια της θητείας τους), αλλά ο δεσμός μεταξύ τους και ο κεντρικός στόχος τους παρέμειναν ισχυροί.
«Πεδίον δράσης λαμπρόν» βρήκαν την περίοδο που ακολούθησε την πτώση της Ενώσεως Κέντρουαπό την κυβέρνηση. Τότε βρέθηκαν σε θέσεις-κλειδιά στο Πεντάγωνο παλαιοί «προστάτες» τους που τους γνώριζαν από τότε που εκείνοι κατείχαν τον… ασήμαντο βαθμό του λοχαγού.
Οι πρώτοι αξιοποίησαν τα άλλοτε πουλέν τους, φέρνοντάς τα όλα στην Αθήνα, κι εκείνα «έβαλαν το χάρτη στο τραπέζι» και άρχισαν να προετοιμάζουν το σχέδιό τους. Με τα δικά τους δεδομένα δεν είχαν άλλη επιλογή. ‘Ήταν βέβαιο ότι η Ένωση Κέντρου (με κυρίαρχο τον Ανδρέα Παπανδρέου στις τάξεις της) θα κέρδιζε τις επικείμενες εκλογές και η ΕΔΑ θα εκινείτο ιδιαιτέρως φιλικά προς τη νέα κυβέρνηση. Η ΕΡΕ, που εκ των πραγμάτων αποτελούσε την πολιτική τους επιλογή, «δεν τράβαγε». Ο αρχηγός της Κανελλόπουλος ήταν «σώγαμπρος» στο κόμμα του φυσικού ηγέτη του Καραμανλή που εδώ και 3,5 χρόνια ιδιώτευε στο Παρίσι. Την ίδια ώρα, πενιχρή αναμενόταν η εκπροσώπηση στη νέα Βουλή του κόμματος των «αποστατών», του ΦΙΔΗΚ (Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κέντρο) που είχε ηγέτη τον πρώην πρωθυπουργό Στέφανο Στεφανόπουλο και οργανωτικό εγκέφαλο τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Δεν μπορούσαν οι συνταγματάρχες να χωνέψουν ότι θα παραδώσουν τη χώρα στην κεντροαριστερά. Ταυτόχρονα έβλεπαν τους στρατηγούς αναποφάσιστους. Οι τελευταίοι πότε έλεγαν να δράσουν το βράδυ των εκλογών και πολύ νωρίτερα, αλλά πάντα με την οριστική συγκατάθεση του νεαρού βασιλέως.
Το πρώτο σενάριο όχι μόνο δεν το συζητούσαν, αλλά το απέρριπταν κατηγορηματικά. Ο Παττακός (λαλίστατος και πιο σκληρός απ’ όλους τότε) δεν κουραζόταν να επαναλαμβάνει σε κάθε ένστολο συνομιλητή του ότι «αι επαναστάσεις και τα κινήματα γίνονται πάντα προ των εκλογών» κι έφερνε ως παράδειγμα (προς αποφυγή) την αποτυχημένη κίνηση του Νικολάου Πλαστήρα, το ξημέρωμα της επομένης των εκλογών της 5ης Μαρτίου 1933. Το δεύτερο το ανέμεναν αλλά δεν το… έβλεπαν.
Οι συνταγματάρχες αρχικά είχαν αποφασίσει να δράσουν την 25η Μαρτίου 1967 για να συμβολίσουν ό,τι συνεπάγεται για τους Έλληνες η ημέρα αυτή. Ο Παττακός (απαραίτητος λόγω της θέσης του για κάθε ενέργεια) όμως τους ειδοποίησε ότι στου Γουδή, όπου ήταν διοικητής ο ίδιος, δεν είχε τον απαραίτητο αριθμό αρμάτων μάχης για μια τέτοια κίνηση. Ο τετραπέρατος Παπαδόπουλος είχε τη λύση: Μια και δυο πήγε στο γραφείο του Σπαντιδάκη για να τον πείσει ότι πρέπει ο εορτασμός της εθνικής παλιγγενεσίας στην πλατεία Συντάγματος να είναι ιδιαίτερα λαμπρός κι ότι για το λόγο αυτόν χρειάζεται να κατέλθουν τανκ από τη Βόρεια Ελλάδα. Ο Α/ΓΕΣ έδωσε αμέσως τη συγκατάθεσή του κι έδειξε θετικός όταν ο συνομιλητής του, κλείνοντας την πόρτα αλλά και το… μάτι, του είπε «μπορεί να μας χρειαστούν και για την… άλλη δουλειά».
Παρά τις αναμενόμενες προσθήκες σε τεθωρακισμένα, οι συνταγματάρχες στάθμισαν την κατάσταση και διαπίστωσαν ότι δεν ήταν έτοιμοι να επέμβουν εκείνη την ημέρα. Κι όμως, στις τάξεις τους υπήρχε η άποψη «πάμε για το νέο 1821, κι όπως μας βγει». Τότε χρειάστηκε η προσωπική παρέμβαση του Παπαδόπουλου (αρχικού εισηγητή της σχετικής πρότασης) για να πρυτανεύσει η λογική.
Έτσι, λίγες ημέρες αργότερα ορίστηκε η ώρα Ω (2 τα ξημερώματα Πέμπτης προς τη βουβή -εκκλησιαστικά– Παρασκευή 21 Απριλίου) για την υλοποίηση του σχεδίου.
Απογοητευμένοι από τη στάση των στρατηγών απέναντί τους (ο αρχηγός ΓΕΣ Γρηγόρης Σπαντιδάκης περίμενε την έγκριση του βασιλέως, ο Γεώργιος Ζωιτάκης ήταν μεν μαζί τους αλλά δεν έδειχνε ιδιαίτερες οργανωτικές ικανότητες, ενώ ο Οδυσσέας Αγγελής εμφανιζόταν πολύ… εύθικτος) σε μια από τις συγκεντρώσεις τους, στο σπίτι του Στυλιανού Παττακού στις 18 Απριλίου, εξέλεξαν –με μυστική ψηφοφορία- αρχηγό τους το συνταγματάρχη Γεώργιο Παπαδόπουλο.
Ήταν αναμενόμενη αυτή η επιλογή. Είχε ξεχωρίσει ανάμεσά τους, ενώ περισσότεροι από τους 22 του κεντρικού πυρήνα της επαναστατικής ομάδας ήταν συμμαθητές του στη Σχολή Ευελπίδων. Αρχαιότερος όλων (ταξίαρχος) ήταν ο Παττακός, ο οποίος μαζί με τον Νικόλαο Μακαρέζο πλαισίωσε τον
Παπαδόπουλο στη συγκρότηση της τριμελούς ηγετικής πυραμίδας.
Οι περισσότεροι από τους 22 ήταν ευνοούμενοί του (και κατά δήλωσή του ΙΔΕΑτη) Αγγελή, όταν τους είχε συναντήσει – ως μαθητές εκείνους- στη Σχολή Πυροβολικού, όπου είχε την ιδιότητα του διευθυντή σπουδών. Ήταν τότε (1951) που η εν λόγω παραστρατιωτική οργάνωση είχε δράσει, με έναν δε εκ των μετέπειτα «πρωταιτίων», τον Δημήτριο Ιωαννίδη, να λαμβάνει ενεργά μέρος στη «στάση».
Ο Παπαδόπουλος και οι φίλοι του (πιο κοντά του τότε ήταν ο Μακαρέζος και οι δύο Μιχάληδες, Ρουφογάλης και ο Μπαλόπουλος) αποτέλεσαν κατά κάποιο τρόπο τη Νεολαία του ΙΔΕΑ. Ήταν νέοι, φιλόδοξοι, ορκισμένοι αντικομμουνιστές και υπέρμαχοι της ωμής παρέμβασης του Στρατού στα πολιτικά δρώμενα.
Με την πάροδο των ετών, πότε βρίσκονταν, πότε χάνονταν (οι στρατιωτικοί άλλωστε έχουν πολλές μεταθέσεις κατά τη διάρκεια της θητείας τους), αλλά ο δεσμός μεταξύ τους και ο κεντρικός στόχος τους παρέμειναν ισχυροί.
«Πεδίον δράσης λαμπρόν» βρήκαν την περίοδο που ακολούθησε την πτώση της Ενώσεως Κέντρουαπό την κυβέρνηση. Τότε βρέθηκαν σε θέσεις-κλειδιά στο Πεντάγωνο παλαιοί «προστάτες» τους που τους γνώριζαν από τότε που εκείνοι κατείχαν τον… ασήμαντο βαθμό του λοχαγού.
Οι πρώτοι αξιοποίησαν τα άλλοτε πουλέν τους, φέρνοντάς τα όλα στην Αθήνα, κι εκείνα «έβαλαν το χάρτη στο τραπέζι» και άρχισαν να προετοιμάζουν το σχέδιό τους. Με τα δικά τους δεδομένα δεν είχαν άλλη επιλογή. ‘Ήταν βέβαιο ότι η Ένωση Κέντρου (με κυρίαρχο τον Ανδρέα Παπανδρέου στις τάξεις της) θα κέρδιζε τις επικείμενες εκλογές και η ΕΔΑ θα εκινείτο ιδιαιτέρως φιλικά προς τη νέα κυβέρνηση. Η ΕΡΕ, που εκ των πραγμάτων αποτελούσε την πολιτική τους επιλογή, «δεν τράβαγε». Ο αρχηγός της Κανελλόπουλος ήταν «σώγαμπρος» στο κόμμα του φυσικού ηγέτη του Καραμανλή που εδώ και 3,5 χρόνια ιδιώτευε στο Παρίσι. Την ίδια ώρα, πενιχρή αναμενόταν η εκπροσώπηση στη νέα Βουλή του κόμματος των «αποστατών», του ΦΙΔΗΚ (Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κέντρο) που είχε ηγέτη τον πρώην πρωθυπουργό Στέφανο Στεφανόπουλο και οργανωτικό εγκέφαλο τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη.
Δεν μπορούσαν οι συνταγματάρχες να χωνέψουν ότι θα παραδώσουν τη χώρα στην κεντροαριστερά. Ταυτόχρονα έβλεπαν τους στρατηγούς αναποφάσιστους. Οι τελευταίοι πότε έλεγαν να δράσουν το βράδυ των εκλογών και πολύ νωρίτερα, αλλά πάντα με την οριστική συγκατάθεση του νεαρού βασιλέως.
Το πρώτο σενάριο όχι μόνο δεν το συζητούσαν, αλλά το απέρριπταν κατηγορηματικά. Ο Παττακός (λαλίστατος και πιο σκληρός απ’ όλους τότε) δεν κουραζόταν να επαναλαμβάνει σε κάθε ένστολο συνομιλητή του ότι «αι επαναστάσεις και τα κινήματα γίνονται πάντα προ των εκλογών» κι έφερνε ως παράδειγμα (προς αποφυγή) την αποτυχημένη κίνηση του Νικολάου Πλαστήρα, το ξημέρωμα της επομένης των εκλογών της 5ης Μαρτίου 1933. Το δεύτερο το ανέμεναν αλλά δεν το… έβλεπαν.
Οι συνταγματάρχες αρχικά είχαν αποφασίσει να δράσουν την 25η Μαρτίου 1967 για να συμβολίσουν ό,τι συνεπάγεται για τους Έλληνες η ημέρα αυτή. Ο Παττακός (απαραίτητος λόγω της θέσης του για κάθε ενέργεια) όμως τους ειδοποίησε ότι στου Γουδή, όπου ήταν διοικητής ο ίδιος, δεν είχε τον απαραίτητο αριθμό αρμάτων μάχης για μια τέτοια κίνηση. Ο τετραπέρατος Παπαδόπουλος είχε τη λύση: Μια και δυο πήγε στο γραφείο του Σπαντιδάκη για να τον πείσει ότι πρέπει ο εορτασμός της εθνικής παλιγγενεσίας στην πλατεία Συντάγματος να είναι ιδιαίτερα λαμπρός κι ότι για το λόγο αυτόν χρειάζεται να κατέλθουν τανκ από τη Βόρεια Ελλάδα. Ο Α/ΓΕΣ έδωσε αμέσως τη συγκατάθεσή του κι έδειξε θετικός όταν ο συνομιλητής του, κλείνοντας την πόρτα αλλά και το… μάτι, του είπε «μπορεί να μας χρειαστούν και για την… άλλη δουλειά».
Παρά τις αναμενόμενες προσθήκες σε τεθωρακισμένα, οι συνταγματάρχες στάθμισαν την κατάσταση και διαπίστωσαν ότι δεν ήταν έτοιμοι να επέμβουν εκείνη την ημέρα. Κι όμως, στις τάξεις τους υπήρχε η άποψη «πάμε για το νέο 1821, κι όπως μας βγει». Τότε χρειάστηκε η προσωπική παρέμβαση του Παπαδόπουλου (αρχικού εισηγητή της σχετικής πρότασης) για να πρυτανεύσει η λογική.
Έτσι, λίγες ημέρες αργότερα ορίστηκε η ώρα Ω (2 τα ξημερώματα Πέμπτης προς τη βουβή -εκκλησιαστικά– Παρασκευή 21 Απριλίου) για την υλοποίηση του σχεδίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου