Παρασκευή 11 Φεβρουαρίου 2011

ΜΙΑ ΣΚΙΑΓΡΑΦΙΑ


''Γεννήθηκε στο Λεβίδι της Αρκαδίας το 1876. Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και κοινωνικές επιστήμες, φιλοσοφία και νομικά στα πανεπιστήμια της Χαϊδελβέργης και του Βερολίνου, ενώ ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Λονδίνο και το Παρίσι.
Από την περίοδο των σπουδών του στη Γερμανία, είχε έρθει σε επαφή με τα θεωρητικά προβλήματα του συνεργατισμού και μελέτησε διεξοδικά τα συνεταιριστικά ρεύματα της εποχής του. Διαμόρφωσε τις αντιλήψεις του από οικονομική, κοινωνική και πολιτική άποψη, επηρεαζόμενος από τη συνεταιριστική πρακτική που κυριαρχούσε στη Γερμανία στις αρχές του 20ού αιώνα. Μάλιστα σε πολύ πρώιμη εποχή είχε υπογραμμίσει στις σημειώσεις του «Πολιτεία και αγροτικοί Συνεταιρισμοί» την πρωτοποριακή αντίληψη ότι «ο συνεταιρισμός είναι ένωση προσώπων και όχι κεφαλαίων». Αργότερα, θα γίνει ο σημαντικότερος υποστηρικτής του συνεταιριστικού κινήματος σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο.
Επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1907 άρχισε να αναμιγνύεται ενεργά
με τα κοινά. Το 1908 ίδρυσε με τους Κωνσταντίνο Τριανταφυλλόπουλο, Αλέξανδρο Μυλωνά και Παναγιώτη Αραβαντινό, την «Κοινωνιολογική Εταιρία». Επίσης μαζί με τον Δελμούζο και τον Πετμεζά ήταν ο συνιδρυτής της «Ομάδας των Κοινωνιολόγων». Oλοι οι συνεργάτες του προέρχονται και ήταν επηρεασμένοι από τη γερμανική σχολή με μια ευρεία διεργασία μαρξιστικών και άλλων σοσιαλιστικών ιδεών, πολιτικά φιλελεύθερων απόψεων και εκσυγχρονιστικών τάσεων, με κύρια συνισταμένη την εκπαίδευση. Οι απόψεις τους ήταν ανάλογες με εκείνες των Eυρωπαίων μεταρρυθμιστών σοσιαλιστών. Οι Κοινωνιολόγοι αποτέλεσαν την «αριστερή» πτέρυγα των Φιλελευθέρων, ενώ το 1910 ιδρυσαν δικό τους κόμμα.
Ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου, εισήγαγε απόψεις που συνέτειναν προς ένα πρόγραμμα κρατικής παρέμβασης σε σοσιαλιστική κατεύθυνση. Στο πλαίσιο αυτό αναγνωριζόταν η αναγκαιότητα μιας κοινωνικής πολιτικής για την εξομάλυνση των προβλημάτων που προκαλεί το καπιταλιστικό σύστημα. Βέβαια είχε υποστεί την κριτική ότι παρά την προοδευτικότητά τους οι απόψεις αυτές αντανακλούσαν μια αριστοκρατική αντίληψη της πολιτικής, η οποία στηρίζονταν σε μια φωτισμένη ηγεσία, πεπεισμένη για την πολιτικοκοινωνική της αποστολή πέρα από προσωπικά συμφέροντα και ταξικές διεκδικήσεις. Παράλληλα όμως, ο επηρεασμός από τις ιδέες και τα πρότυπα των φαβιανών της Αγγλίας τον οδήγησαν στη συμπόρευση με τους φιλελεύθερους, αλλά και στην κατά καιρούς συνεργασία με εκπροσώπους του εργατικού κινήματος.
Το 1910 ιδρύθηκε από τα μέλη της Κοινωνιολογικής Εταιρίας το Λαϊκό Κόμμα με μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα και δημοκρατική οργάνωση. Την ίδια χρονιά ο Παπαναστασίου εξελέγη βουλευτής και έδωσε σκληρές μάχες για την επίλυση του αγροτικού ζητήματος και την παραχώρηση των τσιφλικιών της Θεσσαλίας στους ακτήμονες.
Στη δίνη του Εθνικού Διχασμού, το 1916, ως βουλευτής του κόμματος των Φιλελευθέρων, προσχώρησε στο κίνημα της Θεσσαλονίκης και αντιπροσώπευσε την Επαναστατική Κυβέρνηση των Ιόνιων Νήσων. Τον Μάρτιο του 1917 του ανατέθηκε από την προσωρινή κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης η Γενική Διοίκηση των Ιόνιων Νήσων όπου είχε την ευκαιρία να επιδείξει τη διορατικότητά του στον χειρισμό των εθνικών θεμάτων. Από το 1917 ώς το 1920 διετέλεσε υπουργός Συγκοινωνιών και προσωρινά υπουργός Περιθάλψεως και Εσωτερικών στην κυβέρνηση Βενιζέλου. Στη θέση αυτή επιτέλεσε λαμπρό έργο, όπως η ανάπτυξη των μέσων μαζικής μεταφοράς, η οικιστική νομοθεσία σχετικά με το σχέδιο πόλεων, ο έλεγχος των δημοσίων έργων, η ανοικοδόμηση της Θεσσαλονίκης μετά την πυρκαγιά του 1917, η πρόνοια για τη γεωργική και τεχνική εκπαίδευση.
Το 1922 ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου προχώρησε σε ανασυγκρότηση του Λαϊκού Κόμματος, το οποίο ονομάστηκε «Δημοκρατική Eνωση». Το 1926 πήρε τον υπότιτλο «Αγροτικόν και Εργατικόν Κόμμα», ο οποίος από το 1928 και μετά έγινε ο οριστικός του τίτλος.
Στις 12 Φεβρουαρίου του 1922 μέσα σε ένα κλίμα αναβρασμού που επικρατούσε στη χώρα -αποτέλεσμα των στρατιωτικών αποτυχιών, της διπλωματικής απομόνωσης και της οικονομικής κρίσης- δημοσίευσε το «Δημοκρατικό Μανιφέστο», επικρίνοντας τη πολιτική που ακολουθούσε το Παλάτι και υποδεικνύοντας το ως υπαίτιο των εθνικών συμφορών.
«Η Ελλάς είναι δημιούργημα του πνεύματος, των μόχθων και των αγώνων των τέκνων της. Δεν είναι βασιλικόν τιμάριον και δεν μπορεί ποτέ να γίνει ανεκτόν να θυσιασθεί και το ελάχιστον τμήμα της χάριν προσωπικών βασιλικών συμφερόντων».
Η δίκη του έγινε στο Κακουργοδικείο Λαμίας, με την κατηγορία της «εξυβρίσεως του Βασιλέως», έχοντας ως συνήγορο υπεράσπισης τον Γεώργιο Παπανδρέου, ο οποίος με πάθος υποστήριξε ότι οι ιδέες δεν μπορούν να διώκονται, ενώ κατηγόρησε το δικαστήριο για προειλημμένη απόφαση. Πράγματι, τον Ιούνιο καταδικάστηκε σε τριετή φυλάκιση αλλά απελευθερώθηκε μετά την επικράτηση της Επανάστασης του 1922, με τον στρατηγό Πλαστήρα. Στη συνέχεια, ίδρυσε τη Δημοκρατική Eνωση, και πρωτοστάτησε στην ανακήρυξη της Πρώτης Ελληνικής (αβασίλευτης) Δημοκρατίας.
Παρά τη σκληρή αντιβασιλική του στάση, ο Αλέξανδρος Παπαναστασίου ήταν ένας από τους πολιτικούς που θεώρησε αναγκαία μία αναψηλάφηση της «Δίκης των Eξι».
Το Μάρτιο του 1924 σχημάτισε κυβέρνηση με τη στήριξη του κόμματος των Φιλελευθέρων, η οποία κατέθεσε στις 25 Mαρτίου 1924 ψήφισμα στη Δ΄ Συντακτική Συνέλευση για την ανακήρυξη αβασίλευτης Δημοκρατίας, κηρύσσοντας έκπτωτη τη Μοναρχία. Το ψήφισμα επικυρώθηκε και με δημοψήφισμα στις 13 aπριλίου 1924. Eως τις 18 Iουνίου 1924 που διήρκησε η πρωθυπουργία του, κατέθεσε στην Εθνοσυνέλευση σημαντικές προτάσεις που ψηφίστηκαν, όπως η ίδρυση Πανεπιστήμιου στη Θεσσαλονίκη, η λαϊκή μετεκπαίδευση, η αναγνώριση της δημοτικής γλώσσας κ.ά. Ο ριζοσπαστισμός του αποδεικνύεται περίτρανα και από τη θέση του (9 Δεκεμβρίου 1924) για τον διαχωρισμό στις σχέσεις Κράτους και Εκκλησίας και τον ανάλογο προσδιορισμό τους στο Σύνταγμα της Δημοκρατίας.
Από το 1926 έως το 1928 διετέλεσε υπουργός Γεωργίας στην Οικουμενική κυβέρνηση Ζαΐμη, με σημαντικό έργο όπως: η υπογραφή πρωτοκόλλου για την ίδρυση της Αγροτικής Τράπεζας, μέριμνα για τη εκπαίδευση, η δημιουργία συνεταιρισμών, η αποκατάσταση ακτημόνων κ.ά. Ιδιαίτερης μνείας αξίζουν οι θέσεις του για ένωση των βαλκανικών λαών σε ενιαίο δημοκρατικό σχηματισμό, με σκοπό την ειρηνική επίλυση των διαφόρων και πολυχρονίων αντιθέσεων τους, τη διατήρηση της φιλίας και της πολυμερούς συνεργασίας και ασφάλειας και την αποφυγή των ξένων παρεμβάσεων. Ο Παπαναστασίου είχε προτείνει για την υλοποίηση των στόχων αυτών τη σύγκληση ετησίων διασκέψεων των βαλκανικών κρατών. Eγιναν τέσσερις Βαλκανικές Διασκέψεις από το 1930 έως και το 1933 με σημαντικά αποτελέσματα.
Στις 26 Mαΐου 1932 πήρε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης αλλά παραιτήθηκε στις 3 Iουνίου 1932. Από τον Ιανουάριο έως τον Μάρτιο του 1933 ήταν υπουργός Εθνικής Οικονομίας και προσωρινά Γεωργίας στην κυβέρνηση Βενιζέλου. Μετά την αποτυχία του βενιζελικού κινήματος του 1935 για την αποτροπή της παλινόρθωσης του Γεωργίου Β΄ παραπέμφθηκε σε στρατοδικείο, αλλά απαλλάχθηκε. Στις εκλογές του 1936 συνεργάστηκε με τους Γεώργιο Παπανδρέου και Γεώργιο Καφαντάρη στον «Δημοκρατικό Συνασπισμό». Oμως, οι συνθήκες στον διεθνή χώρο προμήνυαν δραματικές εξελίξεις, καθώς στην Ευρώπη είχαν αρχίσει να επικρατούν τα ναζιστικά - φασιστικά καθεστώτα. Ο βασιλιάς Γεώργιος με τον στενό του συνεργάτη Ιωάννη Μεταξά είχαν αρχίσει να προετοιμάζουν το έδαφος για μια νέα δικτατορία. Με τον αιφνίδιο θάνατο του πρωθυπουργού Κωνσταντίνου Δεμερτζή, ο Μεταξάς ανέλαβε με ανορθόδοξο τρόπο την εξουσία και προχώρησε στην κήρυξη της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου, θέτοντας τον Παπαναστασίου σε κατ' οίκον περιορισμό.
Ο Παπαναστασίου πέθανε ξαφνικά στις 17 Nοεμβρίου 1936 από ανακοπή καρδιάς. Η Ιστορία τον κατέταξε σαν ένα πρωτοπόρο και εμπνευσμένο πολιτικό που αγωνίστηκε για τον εκσυγχρονισμό, την πρόοδο, την περισσότερη και ουσιαστική πολιτική και κοινωνική δημοκρατία. Σε όλη του τη ζωή υπήρξε υπέρμαχος της αβασίλευτης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και της κοινωνικής δικαιοσύνης''. (της ιστορικού Κατερίνας Βαρελά από την ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 21ης Μαρτίου 2004)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου