Εφυγε από τη ζωή στις 9 Ιουνίου η διασημότερη Ελληνίδα τραγουδίστρια οπερέτας του 20ού αιώνα. Ταυτίστηκε με τα χρόνια δόξας του είδους στην Αθήνα και με το ταλέντο της συνέβαλε αποφασιστικά στη δημοτικότητά του. Από το 1945 μέχρι το 1967 η Εθνική Λυρική Σκηνή παρουσίαζε τέσσερις και πέντε διαφορετικές οπερέτες σε κάθε καλλιτεχνική περίοδο με πρωταγωνίστρια σχεδόν ανεξαίρετα τη Ζαχαράτου: «Η νυχτερίδα», «Η πριγκίπισσα του τσάρντας», «Κοντέσα Μαρίτσα», «Η εύθυμη χήρα», «Η χώρα του μειδιάματος», «Μια νύχτα στη Βενετία», «Η Ολλανδέζα», «Φρειδερίκη», «Η πριγκίπισσα του ιπποδρομίου», «Μαντάμ ντε Πομπαντούρ», «Το ρόδο του Τυρόλου», «Παγκανίνι», «Ο σοκολατένιος στρατιώτης», «Ο Ορλώφ», «Η Βικτώρια και ο ουσάρος της», «Ο κορυδαλλός», «Ονειρώδες βαλς» ήταν μερικά από τα «βιεννέζικα» έργα πλάι σε ελληνικές οπερέτες όπως «Ο
Βαφτιστικός», «Η πριγκίπισσα της Σασσώνος», «Στα παραπήγματα», «Η γυναίκα του δρόμου», «Χριστίνα» αλλά και «Η ωραία Ελένη» του Οφενμπαχ. Μάλιστα, στον «Ζητιάνο φοιτητή» του Μιλέκερ, που παρουσιάστηκε στο θερινό θέατρο Παρκ της λεωφόρου Αλεξάνδρας τον Σεπτέμβριο του 1945, η Ζαχαράτου ερμήνευε τον ρόλο της Λάουρας εναλλάξ με τη Μαρία Κάλλας.
Με την Κάλλας μοιράζονταν επίσης την ίδια δασκάλα, τη διάσημη Ισπανίδα υψίφωνο Ελβίρα ντε Ιντάλγκο. Τα χρόνια εκείνα σε όπερα και οπερέτα πρωταγωνιστούσαν οι ίδιοι καλλιτέχνες, που τραγουδούσαν φυσικά χωρίς μικρόφωνο. Ετσι, η Ζαχαράτου εμφανίστηκε και σε παραστάσεις όπερας όπως «Τα παραμύθια του Χόφμαν», η «Μποέμ», η «Πουλημένη μνηστή» και οι κωμικοί «Ταρτούφοι» του Αντώνη Γιαγκάκη, έργα όπου η δροσερή φωνή και η λαμπερή παρουσία της μπορούσαν να αξιοποιηθούν. Ομως, η μεγάλη επιτυχία της στην οπερέτα την ώθησε να επικεντρώσει τις δυνάμεις την σε αυτήν.
Στο ξεκίνημα, το 1948, με αφορμή μη προγραμματισμένη εμφάνισή της στην «Εύθυμη χήρα», η Αλεξάνδρα Λαλαούνη σημείωνε στη «Βραδυνή»: «Ποια τάχα αντικαθιστούσε την κ. Γαλανού… Ηταν η κ. Ζαχαράτου, μία αναμφισβήτητα ωραία φωνή κι ένα γερό μουσικό και θεατρικό ταλέντο, γίνεται πιο αξιοθαύμαστον όταν σκεφθείς πως αυτή η νεαρότατη καλλιτέχνις σηκώνει στους ώμους της τέτοιο απαιτητικό ρόλο χωρίς καθοδήγηση, χωρίς σκηνική διδασκαλία, αφημένη μονάχα στο ένστικτό της». Το 1956, στα χρόνια δόξας, ο Μίνως Δούνιας γράφει στην «Καθημερινή»: «Ομως η μεγάλη έκπληξις της βραδιάς ήταν άλλη μία φορά η Ανθή Ζαχαράτου. Στον ρόλο της Φρειδερίκης εκπληρώνει τις προϋποθέσεις της πρωταγωνίστριας κατά τρόπο αυτόχρημα ανεπανάληπτο. Η γοητευτική αυτή καλλιτέχνις, ενώ διατηρεί αμείωτη τη φωνητική δροσιά της, αναπτύσσει ηθοποιία που θα ζήλευαν πολλοί συνάδελφοί της από τους αριστείς της πρόζας. Δεν υποκρίνεται απλώς, αλλά ζει τον ρόλο της με έντασιν που σκλαβώνει τις καρδιές των ακροατών της».
Η Ανθή Ζαχαράτου γεννήθηκε στο 1922 στο Τεμριούκ στο σημερινό Κρασνοντάρ Κράι της Ρωσίας και ήρθε στην Αθήνα έξι ετών. Σπούδασε τραγούδι στο ωδείο του Πειραϊκού Συνδέσμου και κατόπιν στο Ωδείο Αθηνών. Αργότερα αναζήτησε την εμπειρία της Ντε Ιντάλγκο και μέχρι το 1970 εξακολούθησε να μελετά πλάι στη Μαριάννα Βελεγρή. Υπήρξε στέλεχος της Λυρικής Σκηνής από την ίδρυσή της το 1939/40 αρχικά ως μέλος της χορωδίας, ενώ πρωταγωνιστούσε από το 1945 ανελλιπώς μέχρι το 1986. Απολύθηκε δύο φορές από το καθεστώς της χούντας, το 1967 και το 1971, και επαναπροσλήφθηκε το 1975. Διετέλεσε αντιπρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών (1954-1959) και δημοτική σύμβουλος του Δήμου Αθηναίων (1959-1968, 1975-1982).
(Του Νίκου Δοντά από την ''Καθημερινή'' της 15ης Ιουνίου)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου