''30/1/96, 23:00
Διαπιστώθηκε ότι η στάση της τουρκικής κυβέρνησης άλλαζε προς το επιθετικότερο. Η πρωθυπουργός Τανσού Τσιλέρ είπε, μεταξύ άλλων: «Εμείς γνωρίζουμε ότι οι βραχονησίδες αυτές ανήκουν στην Τουρκία. Δεν θα επιτρέψουμε τετελεσμένα γεγονότα. Η σημαία αυτή πρέπει οπωσδήποτε να υποσταλεί και οι στρατιώτες που βρίσκονται εκεί να αποχωρήσουν αμέσως. Είναι αδύνατη η συνέχιση αυτής της κατάστασης».
Σε αυτό το κλίμα, αποφασίστηκε και πραγματοποιήθηκε στο γραφείο του πρωθυπουργού στη Βουλή μια άτυπη σύσκεψη -όχι ακριβώς ΚΥΣΕΑ- στην οποία παρέστησαν οι υπουργοί Εξωτερικών, Εσωτερικών, Τύπου, Εθνικής
Άμυνας και ο Α/ΓΕΕΘΑ. O ναύαρχος Λυμπέρης ανέλυσε την κατάσταση επιμένοντας ιδιαίτερα στην περιοχή των Ιμίων και εκτίμησε ως πιθανή ενέργεια των Τούρκων την αποβίβαση καταδρομέων σε ελληνική βραχονησίδα. Έπειτα από συζήτηση, ο πρωθυπουργός κατέληξε ότι «σε περίπτωση τουρκικής όχλησης ή και δράσης θα πρέπει να ακολουθήσει αμέσως ενημέρωση και απαίτηση απομάκρυνσης», θέσεις στις οποίες έμεινε σταθερός και που χαρακτήρισαν και την τελική απόφαση του ΚΥΣΕΑ, την 31η Ιανουαρίου. Συνέστησε στον υπουργό Εθνικής Άμυνας Γ. Αρσένη και τον υπουργό Εξωτερικών Θεόδωρο Πάγκαλο να χρησιμοποιούν χαμηλούς τόνους στις δηλώσεις και συνεντεύξεις τους.
Βάσει αυτού, στην κοινή συνέντευξη που έδωσε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας μαζί με τον υπουργό Τύπου και Κυβερνητικό Εκπρόσωπο Δημήτρη Ρέππα στις 12:30, τονίστηκε ότι «εμείς δεν κλιμακώνουμε την κρίση, δεν αυξάνουμε την παρουσία μας στην περιοχή, παρά μόνον όταν αυξάνεται και η πολεμική παρουσία από την άλλη πλευρά». Υπογράμμισαν όμως, ότι «η βραχονησίδα Ίμια είναι ελληνική και είναι καθήκον μας να υπερασπίσουμε τα εδάφη της πατρίδας, τα χωρικά ύδατα και τον εναέριο χώρο της όταν υπάρχει απειλή». Και οι δύο πρότειναν να αποσυρθούν αμοιβαία οι δύο στόλοι από την πέριξ των Ιμίων περιοχή ώστε να εκτονωθεί η κρίση.
Τις πρώτες απογευματινές ώρες, το Γενικό Επιτελείο Ναυτικού ενημέρωσε ότι μια τουρκική ακταιωρός είχε απομακρυνθεί από την περιοχή με κατεύθυνση προς τα παράλια της Τουρκίας. Με την πρόθεση να δημιουργηθεί κλίμα αποκλιμάκωσης και ελπίζοντας ότι η Τουρκία θα ανταποκριθεί, ο υπουργός Άμυνας έδωσε ρητές οδηγίες προς τον Α/ΓΕΕΘΑ να δώσει «ανοιχτή» και όχι κρυπτογραφημένη εντολή προς ανάλογη μονάδα του ελληνικού Ναυτικού να αποσυρθεί.
30/1/96, 15:30
Πριν από τη έναρξη της συνεδρίασης του Σ.ΑΜ., ο υπουργός Εθνικής Άμυνας δέχτηκε το πρώτο τηλεφώνημα του υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ, Ουίλιαμ Πέρι, που του ζήτησε να τον ενημερώσει για την όλη κατάσταση, πράγμα το οποίο έγινε.
Στο μεταξύ, η παρουσία τουρκικών δυνάμεων στην ευρύτερη περιοχή γινόταν ολοένα και πιο έντονη. Η Φ/Γ «Γιαβούζ» παραβίασε τα ελληνικά χωρικά ύδατα στην περιοχή των Ιμίων και απομακρύνθηκε μόνον ύστερα από σήματα ελληνικών σκαφών, ενώ τουρκικά μαχητικά και ελικόπτερα παραβίασαν τον εναέριο χώρο μεταξύ Σάμου και Κω. Ενόψει αυτών των εξελίξεων, έπειτα από σύσκεψη στο ΥΕΘΑ, αποφασίστηκε η έξοδος του στόλου στο Αιγαίο.
30/1/96, 16:30
Στο γραφείο του υπουργού Εθνικής Άμυνας συνήλθε το Συμβούλιο Άμυνας (όργανο στο οποίο, υπό την προεδρία του υπουργού, συμμετέχουν οι υφυπουργοί, ο Α/ΓΕΕΘΑ και οι αρχηγοί των Επιτελείων) για μελέτη και εκτίμηση των νέων στοιχείων που προκύπτουν από την ένταση της τουρκικής παρουσίας στην περιοχή. Κατά τη διάρκειά της, ο Γ. Αρσένης δέχτηκε το δεύτερο τηλεφώνημα του Αμερικανού υπουργού Άμυνας, κατά το οποίο ζήτησε τις εκτιμήσεις του για την κατάσταση. Ο Γ. Αρσένης τού απάντησε ότι έπρεπε να γίνουν προσπάθειες αποκλιμάκωσης της κρίσης, σημείο στο οποίο συμφώνησε και είπε ότι θα έβλεπε τι μπορούσε να κάνει. Το περιεχόμενο της συνομιλίας κοινοποιήθηκε στα παριστάμενα μέλη του Σ.ΑΜ.
30/1/96, 16:45
Τηλεφωνική επικοινωνία του Γ. Αρσένη με τον υπουργό Άμυνας της Κύπρου Κώστα Ηλιάδη για την εκτίμηση της κατάστασης στην Κύπρο και την ετοιμότητα των δυνάμεών της.
30/1/96, 17:00
Επίσκεψη στο υπουργείο Άμυνας του πρέσβη της Ελλάδας στην Ουάσινγκτον Λουκά Τσίλα. Δεν μετέφερε νέες πληροφορίες.
30/1/96, 17:00 (περίπου).Σύμφωνα με πληροφορίες υπηρεσιακών παραγόντων, ο πρωθυπουργός κάλεσε τον Α/ΓΕΕΘΑ ναύαρχο Λυμπέρη στο γραφείο του στη Βουλή. Ο ναύαρχος ήταν προσωπικός φίλος του κ. Σημίτη ο οποίος και αισθανόταν πιο άνετα μαζί του. Γι’ αυτόν ίσως το λόγο και πιθανώς διότι του είχε υψηλότερο βαθμό εμπιστοσύνης -πριν από την κρίση, τουλάχιστον- επέλεξε να τον δει μόνο του. Είναι (σ.σ.: έως σήμερα) ασαφές τι ακριβώς διημείφθη μεταξύ των κ. Σημίτη και Λυμπέρη. Και οι δύο διαψεύδουν ο ένας τον άλλον ως προς το περιεχόμενο των συζητήσεών τους εκείνες τις ώρες.
Ο πρωθυπουργός διατείνεται ότι έδωσε εντολή στο ναύαρχο Λυμπέρη για φύλαξη της Δυτικής Ίμιας, πράγμα το οποίο σε σχετικό βιβλίο του αρνείται ο Α/ΓΕΕΘΑ. Πιθανώς αυτό που συνέβη ήταν ότι ο μεν πρωθυπουργός εννοούσε φύλαξη της βραχονησίδας με παρουσία φρουράς, ενώ ο ναύαρχος θεωρούσε επαρκή την από θαλάσσης και αέρος επιτήρησή της. Το γενικό επιχειρησιακό σχέδιο δεν προέβλεπε την παρουσία φρουράς στις βραχονησίδες, αλλά επιτήρηση της περιοχής, απώθηση των εχθρικών δυνάμεων και ανακατάληψη σε περίπτωση αποβίβασής τους.
Αν το επιτελικό σχέδιο φύλαξης της Δυτικής Ίμιας ήταν ικανοποιητικό, δεν είναι δυνατόν να κριθεί εκ των υστέρων. Ακόμα και αν η βραχονησίδα αυτή φυλασσόταν, υπήρχαν στην περιοχή πολλές άλλες νησίδες και βραχονησίδες όπου τουρκικές δυνάμεις θα μπορούσαν να διαλάθουν της προσοχής μας και να πραγματοποιήσουν μια, συμβολική έστω, αποβίβαση. Το πρόβλημα λοιπόν δεν είναι το επιτελικό σχέδιο επιτήρησης της Δυτικής Ίμιας, αλλά ευρύτερου στρατιωτικού σχεδιασμού προστασίας του ελληνικού εδάφους στο Αιγαίο.
30/1/96, 18:25
Στο μεταξύ, στη Βουλή, συνεχιζόταν η συζήτηση για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης κατά την οποία ο πρωθυπουργός υπογράμμισε ότι «η ελληνική σημαία παραμένει», ότι «δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας» και ότι «οι Ένοπλες Δυνάμεις μας παραμένουν στο χώρο αυτό (…) Δεν θα απομακρυνθούν αν δεν απομακρυνθούν οι τουρκικές». Από τη δική του τη μεριά ο υπουργός Εξωτερικών Θεόδωρος Πάγκαλος διαβεβαίωσε σε όλους τους τόνους ότι «δεν θα υποσταλεί η ελληνική σημαία γιατί κανείς δεν μπορεί να μας αναγκάσει να υποστείλουμε την ελληνική σημαία από ελληνικό έδαφος. Και δεν θα γίνουν ποτέ διαπραγματεύσεις για το έδαφός μας και για τα κυριαρχικά μας δικαιώματα».
30/1/96, 21:30
Σε τηλεφωνική επικοινωνία του Γεράσιμου Αρσένη με τον πρωθυπουργό για ανταλλαγή απόψεων γύρω από τα γεγονότα, ο υπουργός Άμυνας ζήτησε για πρώτη φορά η σύσκεψη υπό την προεδρία του να πραγματοποιηθεί στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας, όπου βρισκόταν και το Εθνικό Κέντρο Επιχειρήσεων.
Ο ίδιος ο Γ. Αρσένης αναφέρει και στο βιβλίο των Ιγνατίου – Έλλις: «Μπορώ μέχρι σήμερα να αναπαραγάγω το πώς του έθεσα το θέμα. “Κώστα”, του είπα, “δεδομένων των εξελίξεων θα ’ναι καλύτερο να γίνει η συνάντησή μας στο ΕΘΚΕΠΙΧ”. Είχα δεχτεί γι’ αυτό εισηγήσεις του υφυπουργού Νίκου Κουρή, του Α/ΓΕΕΘΑ και επιτελών. Το αίτημά μου αυτό δεν γίνεται δεκτό από τον κ. Σημίτη με το επιχείρημα της αποφυγής δημιουργίας ατμόσφαιρας πολεμικής σύγκρουσης στην κοινή γνώμη.
30/1/96, 22:15
Κατευθυνόμενος προς το γραφείο του πρωθυπουργού, για νέα σύσκεψη, δέχτηκα στη διαδρομή και τρίτο τηλεφώνημα του Αμερικανού υπουργού Άμυνας Ουίλιαμ Πέρι, ο οποίος μου είπε ότι η κατάσταση είναι κρίσιμη και ότι συμφωνεί για την ανάγκη αποκλιμάκωσης της κρίσης. Ερωτά αν είμαστε διατεθειμένοι, στα πλαίσια της αποκλιμάκωσης, να αποσύρουμε το άγημα και τη σημαία από την Ανατολική Ίμια. Η απάντηση που του δίνω είναι ότι, φυσικά, μπορούμε αν δούμε αμοιβαία μέτρα αποκλιμάκωσης, αλλά δεν μπορεί να αποτελέσει μέρος του πακέτου διευθέτησης το θέμα της σημαίας, διότι αυτό αφορά αποκλειστικά την Ελλάδα, δεδομένου ότι οι βραχονησίδες Ίμια είναι ελληνικό έδαφος. Επισημαίνω ότι όλες μου τις επαφές καθώς και το περιεχόμενο των συζητήσεών μου τα μετέφερα, αμέσως, στον πρωθυπουργό.
Στο Γραφείο του Πρωθυπουργού, που βρίσκεται σε μια τεράστια αίθουσα του κτιρίου της Βουλής, έγινε μια άτυπη συζήτηση με πολλά πρόσωπα που πηγαινοέρχονταν, ενώ οι συζητήσεις γύρω από το τραπέζι δεν ήταν δομημένες. Δεν επρόκειτο ούτε για συνεδρίαση της Κυβερνητικής Επιτροπής ούτε για σύνοδο του ΚΥΣΕΑ. Πολλοί μιλούσαν χωριστά σε διάφορες γωνιές του δωματίου και, ουσιαστικά, το Γραφείο του Πρωθυπουργού είχε μετατραπεί σε χώρο συλλογής πληροφοριών που συνέρρεαν από διάφορες πηγές. (Γι’ αυτό πολλές στιχομυθίες που αναφέρονται σε σχετικά βιβλία και συνεντεύξεις δεν μπορώ ούτε να τα διαβεβαιώσω ούτε να τα διαψεύσω, γιατί δεν ήμουν παρών σ’ αυτά τα συγκεκριμένα “πηγαδάκια”.)
31/1/96, 00:40
Για τέταρτη φορά ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Ουίλιαμ Πέρι επικοινωνεί τηλεφωνικά μαζί μου. Συμμετέχει σε ανοιχτή ακρόαση και ο Αμερικανός Α/ΓΕΕΘΑ Τζον Σαλικασβίλι, ο οποίος χειριζόταν τις επαφές με τον Τούρκο ομόλογό του, δεδομένου ότι στην Τουρκία, ιεραρχικά, ο υπουργός Άμυνας βρίσκεται κάτω από τον Α/ΓΕΕΘΑ. Η συνομιλία έγινε σε γειτονικό προς το γραφείο του Πρωθυπουργού δωμάτιο. Ο Πέρι μού είπε ότι οι Τούρκοι φαίνεται να επιμένουν να αποσυρθεί η ελληνική σημαία και, μάλιστα, ο Σαλικασβίλι είπε ότι εν πάση περιπτώσει είναι φυσικό όταν η φρουρά αποχωρεί να παίρνει μαζί της και τη σημαία. Απάντησα ότι είναι δυνατόν να γίνουν αμοιβαίες ενέργειες αποκλιμάκωσης. Αλλά, ως προς το θέμα της σημαίας, είπα ότι η απόσυρσή της δεν είναι θέμα προς διαπραγμάτευση ούτε είναι δυνατόν να μπει ως όρος στο πακέτο μέτρων για αποκλιμάκωση της κρίσης. Η απάντηση του Αμερικανού υπουργού Άμυνας ήταν ότι δεν μπορεί να βοηθήσει περαιτέρω και μου είπε ότι φοβάται πως μπορεί να υπάρξει και θερμό επεισόδιο με κάποια ενέργεια από την πλευρά της Άγκυρας. Αυτή ήταν και η τελευταία επαφή μου με τον Αμερικανό υπουργό Άμυνας κ. Πέρι. Πιστεύω ότι μετά τη θέση που πήρα, ο Πέρι μάλλον θα εκτίμησε ότι οι συνομιλίες θα έπρεπε να συνεχισθούν μόνον ανάμεσα στα υπουργεία Εξωτερικών.
Το περιεχόμενο της τέταρτης αυτής τηλεφωνικής συζήτησης που είχα το ανέφερα στον πρωθυπουργό απόντος του Θεόδωρου Πάγκαλου, ο οποίος μόλις είχε επιστρέψει από το κανάλι Mega όπου είχε συμμετάσχει σε talk show και βρισκόταν σε άλλη γραμμή επαφής με το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ. Ο κ. Σημίτης δεν μου εξέφρασε καμία διαφωνία με τη θέση που είχα πάρει. Λίγο πιο πριν, άλλωστε, είχε δηλώσει στη Βουλή ότι “η ελληνική σημαία παραμένει”.
Μετά την άφιξη του κ. Πάγκαλου από το τηλεοπτικό κανάλι, γύρω στα μεσάνυχτα, η συζήτηση άρχισε να γίνεται πιο συστηματική. Θυμάμαι ότι όταν ο πρωθυπουργός τον ρώτησε ποιες ήταν οι συζητήσεις του με το ΥΠ.ΕΞ. των ΗΠΑ και, κυρίως με τον Χόλμπρουκ, μας απάντησε ότι είχε συζητηθεί και συμφωνηθεί να γίνει αποκλιμάκωση με τη μορφή απομάκρυνσης των πλοίων και της φρουράς, όχι όμως και της σημαίας. Για το τελευταίο σημείο επέμεινα ιδιαίτερα και πήρα τη διαβεβαίωση ότι θέμα σημαίας δεν είχε τεθεί. Μου έκανε εντύπωση η διαβεβαίωση αυτή του κ. Πάγκαλου, δεδομένης της μόλις πριν από λίγα λεπτά συνομιλίας μου με τον Πέρι, και συμπέρανα ότι απλώς το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ είχε κρατηθεί μακριά από τις διαπραγματεύσεις αυτές και το State Department και ο Χόλμπρουκ, που προσωπικά είχε πάρει τις διαπραγματεύσεις στα χέρια του, είχαν προχωρήσει και είχαν βρει κάποιο σημείο επαφής ή συμφωνίας με τους Τούρκους. Ο κ. Σημίτης, μέσα σ’ αυτό το κλίμα, έδωσε εντολή στον κ. Πάγκαλο να προχωρήσει στο κλείσιμο αυτής της συμφωνίας που, επαναλαμβάνω, δεν περιείχε τον όρο απομάκρυνσης της ελληνικής σημαίας».
Η συμφωνία για τη σημαία είναι το κρίσιμο θέμα στην υπόθεση των Ιμίων. Οι Αμερικανοί υποστηρίζουν πως η συμφωνία που έγινε με τον Θεόδωρο Πάγκαλο περιλάμβανε και την υποστολή της σημαίας. Συγχρόνως όμως διαβεβαίωσε ότι η Ελλάδα δεν θα επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα από τα 6 στα 12 ν.μ.
Σύμφωνα με τα αμερικανικά τηλεγραφήματα (όπως δημοσιεύτηκαν από τους Ιγνατίου – Έλλις) ο τότε Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Κρίστοφερ ζήτησε να φύγει η σημαία.
Ο Θ. Πάγκαλος αρχικά ήταν απόλυτος: «Η σημαία θα παραμείνει». Στη συνέχεια ο Κρίστοφερ επέμενε και τότε ο Πάγκαλος είπε τη φράση «οι ισχυροί άνεμοι θα καταστρέψουν τη σημαία και η Ελλάδα δεν θα την αντικαταστήσει». Οι Αμερικανοί έχουν μαγνητοφωνήσει τη συνομιλία όπως επιτάσσει ο αμερικανικός νόμος. Στο σχετικό έγγραφο (31.1.1996, ώρα 2.42 π.μ.) λοιπόν αναφέρεται μεταξύ άλλων: «…Ο Πάγκαλος είπε ότι, σε ομιλία που μόλις είχε εκφωνήσει στη Βουλή, είχε επαναλάβει ότι η Ελλάδα δεν είχε την πρόθεση να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα πέραν των 6 ν.μ. Τόνισε στον υπουργό (Κρίστοφερ) ότι ήλπιζε πως αυτό θα καθησυχάσει τις τουρκικές ανησυχίες ως προς το σημείο αυτό. Είπε ότι τα ελληνικά στρατεύματα στα Ίμια θα αποσύρονταν στις 31 Ιανουαρίου αλλά η σημαία θα παρέμενε. Πρόσθεσε, ωστόσο, ότι ανέμενε πως οι ισχυροί άνεμοι θα κατέστρεφαν σύντομα τη σημαία και ότι η Ελλάδα δεν θα την αντικαθιστούσε». (από την εφημερίδα ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΚΑΙ 13 της 22ας Ιανουαρίου 2011)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου