''Τον Ιανουάριο του 1962, μετά το θάνατο του Aρχιεπισκόπου Θεόκλητου και με αφορμή την εκλογή του διαδόχου του, η Εκκλησία της Ελλάδος βρέθηκε στα πρόθυρα του ανοιχτού σχίσματος. Τα Ανάκτορα, παρά τις επιφυλάξεις της τότε κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή, υποστήριζαν την εκλογή του Mητροπολίτη Αττικής Ιάκωβου Βαβανάτσου. Η ψηφοφορία των Ιεραρχών διεξήχθη κάτω από πρωτοφανή μέτρα αστυνόμευσης. Η Μητρόπολη μαζί με το κτίριο της Ιεράς Συνόδου στην οδό Αγίας Φιλοθέης φρουρούνταν από εκατοντάδες αστυνομικούς που προσπαθούσαν να κρατήσουν μακριά τα μέλη των εκκλησιαστικών οργανώσεων τα οποία κατηγορούσαν το Μητροπολίτη Αττικής για ομοφυλοφιλία! Ο Ιάκωβος εξελέγη, όμως η αντίδραση ήταν μεγάλη και τα επεισόδια στις εκκλησίες καθημερινά. Η κυβέρνηση Καραμανλή εγκατέλειψε τη στάση ουδετερότητας και κάτω από την πίεσή της ο νέος αρχιεπίσκοπος υποχρεώθηκε να παραιτηθεί 12 μέρες μετά την εκλογή του. Τον διαδέχθηκε ο γηραιός Μητροπολίτης Φιλίππων Χρυσόστομος Χαζησταύρου ο οποίος παρέμεινε στον
αρχιεπισκοπικό θρόνο έως το πραξικόπημα του 1967 οπότε εκπαραθυρώθηκε από τους στρατιωτικούς για να τον διαδεχθεί ο Ιερώνυμος Κοτσώνης.
H κρίση που ξέσπασε στην Εκκλησία της Ελλάδος με αφορμή την εκλογή του Ιάκωβου Βαβανάτσου δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Ήδη από το 1959 η Ελλαδική Εκκλησία βρισκόταν στη δίνη μιας μεγάλης κρίσης που την τυράννησε για πολλά χρόνια απειλώντας την ακόμη και με διχασμό. Από τη μια μεριά ήταν η πλειοψηφία των μητροπολιτών που επεδίωκαν τη μετάθεσή τους σε σημαντικότερες οικονομικά και από άποψη εκκλησιαστικού κύρους μητροπόλεις με μεγαλύτερο αριθμό πιστών. Παράλληλα με κάθε ευκαιρία αμφισβητούσαν την εξουσία του Aρχιεπισκόπου Θεόκλητου. Από την άλλη μεριά βρισκόταν η κυβέρνηση της ΕΡΕ υπό τον Κωνσταντίνο Καραμανλή που επεδίωκε να ελέγξει τις εκλογές των μητροπολιτών. Η τότε κυβέρνηση επεδίωκε ακόμη την κατάργηση του «μεταθετού» των μητροπολιτών πιεζόμενη από βουλευτές της ΕΡΕ οι οποίοι χρωστούσαν την εκλογή τους σε ψήφους χιλιάδων μελών παραεκκλησιαστικών οργανώσεων που είχαν τη δύναμη να κατεβάσουν στους δρόμους μεγάλες μάζες μαχητικών οπαδών. Η κατάργηση του «αμαρτωλού μεταθετού» αποτελούσε ένα από τα κύρια συνθήματα αυτών των οργανώσεων. Η διαμάχη στην οποία αναμίχθηκαν και τα Ανάκτορα που επεδίωκαν πάση θυσία την προώθηση σε μητροπολιτικό και στη συνέχεια στον αρχιεπισκοπικό θρόνο του πρωθιερέα των Aνακτόρων και καθηγητή της Θεολογικής Σχολής Αρχιμανδρίτη Ιερώνυμου Κοτσώνη, ο οποίος είχε στενές σχέσεις με την οργάνωση «Ζωή», έληξε με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου και αφού προηγουμένως ταλαιπώρησε όλες τις κυβερνήσεις της εποχής.
Ενδεικτικά της κρίσης και του κλίματος που επικρατούσε στην Εκκλησία της Ελλάδος στα τέλη του 1961 είναι όσα διαδραματίστηκαν στις 9 Οκτωβρίου εκείνης της χρονιάς, παραμονές βουλευτικών εκλογών. Eκείνη την ημέρα είχε oριστεί σύνοδος της Ιεραχίας με κυριότερο θέμα την επαναφορά του «μεταθετού». Όμως οι περισσότεροι μητροπολίτες, σε συνεννόηση με παράγοντες της ΕΡΕ επεδίωκαν την αναβολή της. Απέβλεπαν σε «θετική» λύση στο θέμα από τη νέα κυβέρνηση που θα προερχόταν από τις εκλογές και με τη βεβαιότητα ότι πρώτο κόμμα θα αναδεικνυόταν η ΕΡΕ. Στην αίθουσα προσήλθαν μόνο 22 μητροπολίτες και ο βασιλικός επίτροπος Καρμίρης. Οι υπόλοιποι είχαν συγκεντρωθεί στα γραφεία της Αρχιεπισκοπής ή σε παρακείμενα ιεροραφεία και καταστήματα εκκλησιαστικών ειδών. Ο Θεόκλητος δεν ήταν παρών στη συνεδρίαση γιατί ήταν βαριά άρρωστος. Έτσι προήδρευε ο Mητροπολίτης Ύδρας Προκόπιος. Με την έναρξη της συνεδρίασης ο Μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος ζήτησε το λόγο. Όμως ο προεδρεύων δεν του τον έδωσε. Τη συνέχεια την περιέγραψαν αργότερα μητροπολίτες αυτόπτες μάρτυρες του επεισοδίου:
«Ανοίγει η πόρτα και εισέρχεται ο Μητροπολίτης Φθιώτιδος Δαμασκηνός, ο οποίος απευθύνεται στον προεδρεύοντα:
- Δεν μου λέτε, Άγιε προεδρεύων, πώς συνεδριάζετε εφόσον δεν υπάρχει νόμιμος απαρτία;
Δεν προλαβαίνει να ολοκληρώσει και παρεμβαίνει ο Ελευθερουπόλεως Αμβρόσιος φωνάζοντας:
- Ιδού, ιδού ο πρωτεργάτης του πραξικοπήματος, ο οποίος, ως χωροφύλαξ, μας επιπλήττει διά την αταξίαν μας και επιχειρεί να μας ανακαλέση εις την τάξιν.
Μέσα σε δευτερόλεπτα, οι δύο μητροπολίτες έρχονται στα χέρια: Η παρέμβασις άλλων ιεραρχών θέτει τέρμα στη συμπλοκή, ενώ ο προεδρεύων, μέσα σε απερίγραπτο χάος, σπεύδει άρον άρον να κηρύξει τη λήξη της συνεδρίασης».
Λεπτομέρεια: όπως έγραψαν οι εφημερίδες της επομένης, μετά το τέλος της συμπλοκής οι παριστάμενοι μητροπολίτες εν σώματι «κατήλθον εις τον Ναόν του Αγίου Ανδρέου και ανέπεμψαν δέησιν υπέρ αποκαταστάσεως της υγείας του αρχιεπισκόπου Θεοκλήτου»!
Στις αρχές του 1962 η Ελλάδα βρίσκεται μέσα σε μια βαθύτατη πολιτική κρίση. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης Ε.Κ. και ΕΔΑ αμφισβητούν τα αποτελέσματα των εκλογών του Οκτωβρίου 1961 καταγγέλλοντας ότι είναι αποτέλεσμα βίας και νοθείας. Στην πολιτική κρίση προστίθεται και η εκκλησιαστική που ξέσπασε μετά το θάνατο, στις 8 Ιανουαρίου 1962, του Αρχιεπισκόπου Θεοκλήτου. Η σύνοδος της Ιεραρχίας για την εκλογή του διαδόχου του ορίζεται εσπευσμένα για τις 13 του ίδιου μήνα. Πολλοί σπεύδουν να μιλήσουν για μια προαποφασισμένη διαδικασία με σκοπό να εκλεγεί ο εκλεκτός των Ανακτόρων Μητροπολίτης Αττικής Ιάκωβος, ως μια μεταβατική λύση, για την τελική ανάδειξη στον αρχιεπισκοπικό θρόνο του Αρχιμανδρίτη Ιερώνυμου Κοτσώνη. Η προτίμηση των Ανακτόρων φαίνεται και από την παρασημοφόρηση του Ιακώβου με το Μεγαλόσταυρο του Βασιλικού Τάγματος του Γεωργίου, λίγες μέρες πριν από το θάνατο του Θεοκλήτου.
Όμως τη νύχτα της 10ης προς την 11η Ιανουαρίου, ημέρα της κηδείας του Θεοκλήτου, στα γραφεία των εφημερίδων μοιράζονται αντίτυπα περιοδικών παραεκκλησιαστικών οργανώσεων με βαρύτατες κατηγορίες κατά του Ιακώβου τον οποίο «φωτογραφίζουν» χωρίς να τον κατονομάζουν. Τον κατηγορούν ότι δεν έχει την «έξωθεν καλήν μαρτυρίαν», επειδή του αποδίδονται «σεξουαλικά ανορθόδοξα ήθη». Το πρωί της 11ης Ιανουαρίου τα περιοδικά κυκλοφορούν σε χιλιάδες αντίτυπα στην Αθήνα και τον Πειραιά την ώρα που ο βασιλιάς Παύλος, ο διάδοχος Κωνσταντίνος και ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής παρακολουθούν τη νεκρώσιμη ακολουθία για το θανόντα Αρχιεπίσκοπο.
Η κυβέρνηση Καραμανλή και ο υπουργός Παιδείας Γρηγόριος Κασιμάτης ανησυχούν και προσπαθούν να κερδίσουν χρόνο ζητώντας αναβολή της εκλογής. Τα Ανάκτορα παρεμβαίνουν και η Φρειδερίκη καλεί σε ακρόαση τον Κασιμάτη για να τον «επιπλήξει».
Έτσι η Ιεραρχία προχωρεί στην εκλογή. Για την αποτροπή επεισοδίων επιστρατεύεται ακόμη και το Μηχανοκίνητο Τμήμα της Αστυνομίας. Στην πρώτη ψηφοφορία τις τρεις πρώτες θέσεις καταλαμβάνουν οι Μητροπολίτες Αττικής Ιάκωβος, Φιλίππων (Καβάλας) Χρυσόστομος και Μαντινείας Γερμανός. Υποψήφιος για πρώτη φορά είναι και ο Αρχιμανδρίτης Ιερώνυμος Κοτσώνης που λαμβάνει 4 ψήφους. Στη δεύτερη ψηφοφορία εκλέγεται ο Ιάκωβος με 33 ψήφους έναντι 20 του Χρυσοστόμου και 4 του Μαντινείας. Λίγο μετά την εκλογή στην τελετή του μηνύματος το νέο Αρχιεπίσκοπο συνοδεύουν μόνο οι 33 ιεράρχες που τον ψήφισαν. Οι υπόλοιποι απέχουν επιδεικτικά. Στη διάρκεια της τελετής ακούγονται και οι πρώτες φωνές «Ανάξιος» από φοιτητές της Θεολογικής και μέλη παραεκκλησιαστικών οργανώσεων που συμπλέκονται με κληρικούς υποστηρικτές του Ιακώβου. Δύο μέρες μετά κατατίθενται και οι πρώτες μηνύσεις κατά του Ιακώβου. Την πρώτη καταθέτει ο Αρχιμανδρίτης Δαμασκηνός Γεωργακόπουλος, εφημέριος του Αγίου Δημητρίου Αμπελοκήπων, που προτείνει ως μάρτυρες το γνωστό βασιλόφρονα απόστρατο στρατηγό Γεώργιο Κουρούκλη, το ναύαρχο Αλέξανδρο Σακελλαρίου, το θεολόγο Κωνσταντίνο Κούρκουλα μετέπειτα πανίσχυρο γενικό διευθυντή Θρησκευμάτων στο υπουργείο Παιδείας στα χρόνια της Δικτατορίας, και δύο διευθυντές περιοδικών παραεκκλησιαστικών οργανώσεων. Τη δεύτερη μήνυση υπέβαλε ο απόστρατος υποστράτηγος Π. Μπένη-Ψάλτης.
Στην κοινή έκδοση των περιοδικών «Τρεις Ιεράρχαι» και «Ενορία» αναφέρονταν τα εξής «φωτογραφίζοντας» τους μητροπολίτες Αττικής Ιάκωβο και Θεσσαλονίκης Παντελεήμονα: «…Υπάρχει, λέγομεν, κίνδυνος να εκλεγεί Αρχιεπίσκοπος αρχιερεύς (εκ Βορρά ή Νότου) όστις, δυστυχώς έχει ευρύτατα δυσφημηθή ως πρόσωπον στερούμενον ανδρικής αξιοπρεπείας (…) Οι έντιμοι Ιεράρχαι ας συναισθανθούν τας τρομεράς ευθύνας των. Ας ενθυμηθούν τίνος είναι στρατιώται. Ας δώσουν την μάχην. Παρά το πλευρόν των ίσταται “το μικρόν ποίμνιον του Ιησού”, ο μαρτυρικός και ευσεβής λαός και αποστέλλει το σήμα τούτο του κινδύνου: SOS. Προβάλλει σαφές το αίτημά του. Ζητεί Αρχιεπίσκοπο ΑΝΔΡΑ…».
Τα κόμματα και οι εφημερίδες της αντιπολίτευσης παρεμβαίνουν εξαπολύοντας σφοδρές επιθέσεις κατά της κυβέρνησης. Είναι χαρακτηριστικά τα όσα αναφέρουν σε ερώτησή τους στη Βουλή οι βουλευτές της Ενώσεως Κέντρου Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Στέλιος Αλαμανής και Γεώργιος Λούλης. Κατηγορούν τον πρωθυπουργό και τον υπουργό Παιδείας: «Διότι όχι μόνον ηνέχθησαν αλλά και υπεβοήθησαν την δημιουργηθείσαν εις τους κόλπους της Εκκλησίας απαράδεκτον κατάστασιν (…) Η εκλογή του νέου Αρχιεπισκόπου αποτέλεσμα της οποίας υπήρξε να εκσπάση το μέγα σκάνδαλον, ηυνοήθη εκ πράξεων και παραλείψεων της Κυβερνήσεως…». Στην εφημερίδα «Το Βήμα» (20/1/1962) ο Παύλος Παλαιολόγος γράφει: «Δράστης του κακού η Κυβέρνησις για λόγους σκοτεινούς, υποστήριξε με πάθος την υποψηφιότητα του κ. Ιακώβου και έστειλε εκπρόσωπό της στον Μητροπολιτικό ναό τον κ. Κασιμάτη. Και ο κ. υπουργός, στον οποίο δόθηκε η ευκαιρία να πατάξη, να ορθωθή, να εναντιωθή, να φανή παλληκάρι, να προλάβη το ναυάγιο και ν’ αφήση εποχή, προσέρχεται στο ναό που μιάνθηκε και, αντί, έστω και την τελευταίαν ώραν, ν’ αρπαχτή από την ευκαιρία που του δίνει με την ένστασή του ο Μητροπολίτης Ελευθερουπόλεως, όχι μόνον εκτελεί με προθυμία υπηρεσιακή το πρόσταγμα, αλλά, ξεπερνώντας την εντολή, επικολλά τα χείλη του στα χείλη του νεοεκλεγέντος Αρχιεπισκόπου και στόμα με στόμα -δημοσιεύθηκε η φωτογραφία- ανταλλάσσει ασπασμό…». (από την εφημερίδα ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΚΑΙ 13, στο φύλλο που βρίσκεται ακόμα στα περίπτερα)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου