Την τραγική δεκαετία 1940-1950 αυτοί που είχαν στα χέρια τους τις τύχες του Αγίου Όρους πορεύτηκαν με το μοναχικό πνεύμα που έμαθαν μέσα από τη χιλιόχρονη ιστορία της μοναδικής στο χριστιανικό κόσμο μεγάλης κοινωνίας αναχωρητών. Αυτό το «αγιορείτικο πνεύμα» μίγμα συναίνεσης, μετριοπάθειας, σύνεσης, αποφυγής των συγκρούσεων και αναζήτησης της «μέσης οδού» στις σχέσεις με τις εκάστοτε κοσμικές εξουσίες. Αυτός ο «ιστορικός οπορτουνισμός» χαρακτηρίζει τη στάση των
Αγιορειτών απέναντι στις κοσμικές εξουσίες σε όλη τη διάρκεια της υπερχιλιετούς πορείας της μοναστικής πολιτείας. Ανεξάρτητα από την εθνικότητα ή το χαρακτήρα της εξουσίας στη σκέψη των Αγιορειτών πάντα κυριαρχούσε η ανάγκη διατήρησης του πολιτεύματός τους που δεν ανήκει «στον κόσμο αυτό». Για την υπεράσπιση αυτού του πολιτεύματος ήταν έτοιμοι -όπως έγινε και πολλές φορές στην πορεία του χρόνου- να προχωρήσουν σε κάθε συμβιβασμό.
Με αυτό ακριβώς το πνεύμα αντιμετώπισαν και σε κείνα τα χρόνια του ’40 τις όποιες εξουσίες είτε ήταν το επίσημο ελληνικό κράτος, είτε οι Γερμανοί κατακτητές, είτε τα κομμουνιστικά στελέχη του ΕΑΜ που εγκαταστάθηκαν εκεί μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Μόνο κάτω από αυτό το πρίσμα μπορούμε να εξηγήσουμε την επίσημη βυζαντινή υποδοχή που επεφύλαξαν στις αρχές της κατοχής, στους Γερμανούς αξιωματούχους, την αποστολή του γνωστού γράμματος στον Χίτλερ αλλά και τέσσερα χρόνια μετά τους σημαιοστολισμούς και τις πανηγυρικές κωδωνοκρουσίες με τις οποίες έγιναν δεκτοί οι αντάρτες του πρώτου αποσπάσματος του ΕΛ.ΑΣ. που μπήκε στο Όρος καθώς και τη συμμετοχή συντηρητικών μοναχών στη ριζοσπαστική αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη του 1924 που έγινε επί «ΕΑΜοκρατίας».
Οι πρώτοι τέσσερις Γερμανοί αξιωματικοί έφθασαν στο Άγιον Όρος στις 22 Απριλίου και έγιναν δεκτοί από την Ιερά Κοινότητα (τους εκπροσώπους των 20 μοναστηριών). Οι Αγιορείτες εξέφρασαν στους Γερμανούς τις ανησυχίες τους για το ενδεχόμενο εγκατάστασης βουλγαρικών δυνάμεων στη γειτονική Ιερισσό. Οι κίνδυνοι για κατοχή του Αγίου Όρους ήταν υπαρκτοί με δεδομένη τη συμφωνία Γερμανίας και φασιστικής Βουλγαρίας για την παραχώρηση στους Βούλγαρους του μεγαλύτερου μέρους της Δυτικής Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας που συνοδεύθηκε από ωμότητες σε βάρος των Ελλήνων. Τις ανησυχίες αυτές ενίσχυε και η έντονη δραστηριότητα που ανέπτυσσαν Βούλγαροι και Ρώσοι μοναχοί οι οποίοι έσπευσαν να υποδεχθούν τους Βούλγαρους στρατιώτες που έφθασαν στην Ιερισσό. Κι ακόμη οι μοναχοί της βουλγαρικής μονής Ζωγράφου ετοίμαζαν υποδοχή για τους συμπατριώτες τους.
Ο ταγματάρχης επικεφαλής των Γερμανών αξιωματικών συνέστησε στους μοναχούς να απευθύνουν επιστολή στον Αδόλφο Χίτλερ «εν τη οποία να αναφέρηται άπαν το ιστορικόν του Αγίου Όρους, από της συστάσεως αυτού μέχρι σήμερον, να επισυνάψη δε εις την επιστολήν και εν αντίτυπον του Καταστατικού Χάρτου του Αγίου Όρους και παρακαλέση αυτόν όπως μεριμνήσει ίνα συνεχισθή η τόσο μακραίων λαμπρά ιστορία αυτού». Οι μοναχοί δέχθηκαν την πρόταση και σε Διπλή Ιερά Σύναξη συνετάγη, με τη γνωστή διπλωματική και γεμάτη βυζαντινολογίες γλώσσα, η επιστολή με την οποία ζητούσαν από τον Χίτλερ να θέσει υπό την προστασία του το Άγιον Όρος. Η επιστολή παρελήφθη από τους Γερμανούς αξιωματικούς σε επίσημη τελετή και εστάλη στο Βερολίνο. Η απάντηση του Χίτλερ ήταν θετική και απαγορεύτηκε η είσοδος βουλγαρικών στρατευμάτων στο Άγιον Όρος.
Με αρκετή καθυστέρηση, και μόλις την άνοιξη του 1942 έμαθε η κατοχική κυβέρνηση των Αθηνών την αποστολή του γράμματος στον Χίτλερ. Στην Αθήνα ακόμη και οι διορισμένοι από τους Γερμανούς ανησύχησαν διότι εκτίμησαν πως η επιστολή δέσμευε την ελληνική πολιτεία δημιουργώντας ζητήματα κηδεμονίας από άλλη χώρα. Μάλιστα ζητήθηκε και γνωμοδότηση από το νομικό σύμβουλο του υπουργείου Εξωτερικών Κ. Τενεκίδη ο οποίος απεφάνθη ότι η Ιερά Κοινότης κινήθηκε εκτός των ορίων των αρμοδιοτήτων της. Βεβαίωνε όμως ότι δεν υπήρχε κίνδυνος για τα δικαιώματα της ελληνικής πολιτείας.
Τα κατοπινά χρόνια πολλοί συγγραφείς, κυρίως από την Αριστερά, χαρακτήρισαν την επιστολή πράξη προδοσίας. Ωστόσο, γεγονός είναι ότι στο σύντομο διάστημα της κυριαρχίας του ΕΑΜ στην αθωνική χερσόνησο ουδείς έθεσε θέμα δίωξης των συντακτών της επιστολής. Αντίθετα οι σημαντικότεροι από αυτούς, όπως ο Γαβριήλ Διονυσιάτης, ο Βαρλαάμ Γρηγοριάτης και ο Βασίλειος Κριβοσέιν, συνέχισαν κανονικά να ασκούν τα καθήκοντά τους συμμετέχοντας και στην αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη.
Το πλήρες κείμενο του γράμματος των Αγιορειτών προς τον Χίτλερ έχει ως εξής:
«Εν Αγίω Όρει τη 13)26η Απριλίου 1941
ΠΡΟΣ
Την Αυτού εξοχότητα τον Αρχικαγκελάριον του ενδόξου
Γερμανικού Κράτους Κύριον
ΑΔΟΛΦΟΝ ΧΙΤΛΕΡ
ΕΙΣ ΒΕΡΟΛΙΝΟΝ
Εξοχώτατε,
Οι Βαθυσεβάστως υποσημειούμενοι Αντιπρόσωποι των Είκοσιν Ιερών Βασιλικών, Πατριαρχικών και Σταυροπηγιακών Μονών του Αγίου Όρους Άθω, λαμβάνομεν την εξαιρετικήν τιμήν να απευθυνθώμεν προς την Υμετέραν Εξοχότητα και παρακαλέσωμεν αυτήν θερμώς, όπως, ευαρεστουμένη, αναλάβη υπό την υψηλήν προσωπικήν Αυτής προστασίαν και κηδεμονίαν τον Ιερόν τούτον Τόπον, του οποίου Ηγούμενοι και Αντιπρόσωποι τυγχάνομεν, διαδεχομένη εν τούτω τους ιδρυτάς και ευεργέτας του Ιερού τούτου Τόπου Βυζαντινούς Αυτοκράτορας και τους διαδόχους αυτών.
Το Άγιον Όρος, Εξοχώτατε, συνέστη εις Πανορθόδοξον μοναχικήν πολιτείαν, εις ην ανέκαθεν διαβιούν εν αγαστή ομονοία μοναχοί ακωλύτως προερχόμενοι από διάφορα ορθόδοξα Έθνη, κατά τον Θ’ μ.Χ. αιώνα, πνευματικώς μεν εξαρτώμενον από του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, πολιτικώς δε αυτοδιοικούμενον υπό της Ιεράς Συνάξεως των Αντιπροσώπων των Είκοσιν Ιερών και Κυριάρχων Μονών και πολιτειακώς υπαγόμενον υπό την προστασίαν και κηδεμονίαν των Βυζαντινών αυτοκρατόρων και των διαδόχων αυτών.
Το αυτονομιακόν τούτο πολίτευμα περιεθριγκώθη δι’ αλλεπαλλήλων Τυπικών και Χρυσοβούλων των ιδρυτών και ευεργετών των Ιερών Μονών Βυζαντινών αυτοκρατόρων, Βασιλείου του Μακεδόνος (882), Ιωάννου Τσιμισκή (972), Κωνσταντίνου Μονομάχου (1046), Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου (1406), Στεφάνου Δουσάν (1346) και άλλων Σλαύων, Ουγγροβλάχων Ηγεμόνων και των μετέπειτα Σουλτανικών Φιρμανίων, τελευταίως δε υπό του Καταστατικού Χάρτου του 1926, ούτινος δύο αντίτυπα εσωκλείομεν.
Το ουτωσί καθιερωθέν προνομιακόν και αυτοδιοίκητον καθεστώς του Ιερού τούτου Τόπου, αποτελέσεν αντικείμενον συζητήσεων και επικυρώσεων διαφόρων Διεθνών συνθηκών, περιεθριγκώθη τέλος διά του 62ου άρθρου της Βερολινείου συνθήκης του έτους 1878 έχοντος ούτω “οι μοναχοί του Όρους Άθω οθενδήποτε και αν κατάγωνται θα διατηρήσωσι τα κτήματα και τα πρότερα αυτών δικαιώματα και θ’ απολαύωσιν, άνευ ουδεμιάς εξαιρέσεως, πλήρους ισότητος δικαιωμάτων και προνομίων”.
Των εν Αγίω Όρει ενασκουμένων μοναχών, ανεξαρτήτως τόπου προελεύσεως και εθνικότητος, σκοπός και αποστολή καθ’ όλον τον υπερχιλιετή βίον του Αγίου Όρους υπήρξεν η διατήρησις, προαγωγή και εξασφάλισις των Ιερών αυτού σκηνωμάτων, η διά της ακαταπονήτου φιλεργίας των εν αυτώ ενασκουμένων μοναχών καλλιέργεια της τε Εκκλησιαστικής και κλασσικής φιλολογίας και καλλιτεχνίας, ο ασκητικός βίος και η διηνεκής προσευχή υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου.
Την διατήρησιν του καθεστώτος τούτου της αυτονόμου μοναχικής πολιτείας, ικανοποιούντος πλήρως άπαντας τους εν Αγίω Όρει ενασκουμένους, ανεξαρτήτως εθνικότητος ορθοδόξους μοναχούς και εναρμονιζομένου προς τον σκοπόν και την αποστολήν αυτών, παρακαλούμεν και ικετεύομεν θερμώς την Υμετέραν Εξοχότητα, όπως αναλάβη υπό την υψηλήν προστασίαν και κηδεμονίαν Αυτής.
Τον Βασιλέα των Βασιλευόντων και Κύριον των Κυριευόντων εξ όλης ψυχής και καρδίας ικετεύοντες, όπως επιδαψιλεύη τη Υμετέρα Εξοχότητι υγείαν και μακροημέρευσιν επ’ αγαθώ του ενδόξου Γερμανικού Έθνους,
Υποσημειούμεθα βαθυσεβάστως
Οι Πληρεξούσιοι Αντιπρόσωποι της Εκτάκτου Διπλής Ιεράς Συνάξεως των Είκοσιν Ιερών και Ευαγών Μονώντου Αγίου Όρους Άθω»
Αγιορειτών απέναντι στις κοσμικές εξουσίες σε όλη τη διάρκεια της υπερχιλιετούς πορείας της μοναστικής πολιτείας. Ανεξάρτητα από την εθνικότητα ή το χαρακτήρα της εξουσίας στη σκέψη των Αγιορειτών πάντα κυριαρχούσε η ανάγκη διατήρησης του πολιτεύματός τους που δεν ανήκει «στον κόσμο αυτό». Για την υπεράσπιση αυτού του πολιτεύματος ήταν έτοιμοι -όπως έγινε και πολλές φορές στην πορεία του χρόνου- να προχωρήσουν σε κάθε συμβιβασμό.
Με αυτό ακριβώς το πνεύμα αντιμετώπισαν και σε κείνα τα χρόνια του ’40 τις όποιες εξουσίες είτε ήταν το επίσημο ελληνικό κράτος, είτε οι Γερμανοί κατακτητές, είτε τα κομμουνιστικά στελέχη του ΕΑΜ που εγκαταστάθηκαν εκεί μετά την αποχώρηση των Γερμανών. Μόνο κάτω από αυτό το πρίσμα μπορούμε να εξηγήσουμε την επίσημη βυζαντινή υποδοχή που επεφύλαξαν στις αρχές της κατοχής, στους Γερμανούς αξιωματούχους, την αποστολή του γνωστού γράμματος στον Χίτλερ αλλά και τέσσερα χρόνια μετά τους σημαιοστολισμούς και τις πανηγυρικές κωδωνοκρουσίες με τις οποίες έγιναν δεκτοί οι αντάρτες του πρώτου αποσπάσματος του ΕΛ.ΑΣ. που μπήκε στο Όρος καθώς και τη συμμετοχή συντηρητικών μοναχών στη ριζοσπαστική αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη του 1924 που έγινε επί «ΕΑΜοκρατίας».
Οι πρώτοι τέσσερις Γερμανοί αξιωματικοί έφθασαν στο Άγιον Όρος στις 22 Απριλίου και έγιναν δεκτοί από την Ιερά Κοινότητα (τους εκπροσώπους των 20 μοναστηριών). Οι Αγιορείτες εξέφρασαν στους Γερμανούς τις ανησυχίες τους για το ενδεχόμενο εγκατάστασης βουλγαρικών δυνάμεων στη γειτονική Ιερισσό. Οι κίνδυνοι για κατοχή του Αγίου Όρους ήταν υπαρκτοί με δεδομένη τη συμφωνία Γερμανίας και φασιστικής Βουλγαρίας για την παραχώρηση στους Βούλγαρους του μεγαλύτερου μέρους της Δυτικής Θράκης και της Ανατολικής Μακεδονίας που συνοδεύθηκε από ωμότητες σε βάρος των Ελλήνων. Τις ανησυχίες αυτές ενίσχυε και η έντονη δραστηριότητα που ανέπτυσσαν Βούλγαροι και Ρώσοι μοναχοί οι οποίοι έσπευσαν να υποδεχθούν τους Βούλγαρους στρατιώτες που έφθασαν στην Ιερισσό. Κι ακόμη οι μοναχοί της βουλγαρικής μονής Ζωγράφου ετοίμαζαν υποδοχή για τους συμπατριώτες τους.
Ο ταγματάρχης επικεφαλής των Γερμανών αξιωματικών συνέστησε στους μοναχούς να απευθύνουν επιστολή στον Αδόλφο Χίτλερ «εν τη οποία να αναφέρηται άπαν το ιστορικόν του Αγίου Όρους, από της συστάσεως αυτού μέχρι σήμερον, να επισυνάψη δε εις την επιστολήν και εν αντίτυπον του Καταστατικού Χάρτου του Αγίου Όρους και παρακαλέση αυτόν όπως μεριμνήσει ίνα συνεχισθή η τόσο μακραίων λαμπρά ιστορία αυτού». Οι μοναχοί δέχθηκαν την πρόταση και σε Διπλή Ιερά Σύναξη συνετάγη, με τη γνωστή διπλωματική και γεμάτη βυζαντινολογίες γλώσσα, η επιστολή με την οποία ζητούσαν από τον Χίτλερ να θέσει υπό την προστασία του το Άγιον Όρος. Η επιστολή παρελήφθη από τους Γερμανούς αξιωματικούς σε επίσημη τελετή και εστάλη στο Βερολίνο. Η απάντηση του Χίτλερ ήταν θετική και απαγορεύτηκε η είσοδος βουλγαρικών στρατευμάτων στο Άγιον Όρος.
Με αρκετή καθυστέρηση, και μόλις την άνοιξη του 1942 έμαθε η κατοχική κυβέρνηση των Αθηνών την αποστολή του γράμματος στον Χίτλερ. Στην Αθήνα ακόμη και οι διορισμένοι από τους Γερμανούς ανησύχησαν διότι εκτίμησαν πως η επιστολή δέσμευε την ελληνική πολιτεία δημιουργώντας ζητήματα κηδεμονίας από άλλη χώρα. Μάλιστα ζητήθηκε και γνωμοδότηση από το νομικό σύμβουλο του υπουργείου Εξωτερικών Κ. Τενεκίδη ο οποίος απεφάνθη ότι η Ιερά Κοινότης κινήθηκε εκτός των ορίων των αρμοδιοτήτων της. Βεβαίωνε όμως ότι δεν υπήρχε κίνδυνος για τα δικαιώματα της ελληνικής πολιτείας.
Τα κατοπινά χρόνια πολλοί συγγραφείς, κυρίως από την Αριστερά, χαρακτήρισαν την επιστολή πράξη προδοσίας. Ωστόσο, γεγονός είναι ότι στο σύντομο διάστημα της κυριαρχίας του ΕΑΜ στην αθωνική χερσόνησο ουδείς έθεσε θέμα δίωξης των συντακτών της επιστολής. Αντίθετα οι σημαντικότεροι από αυτούς, όπως ο Γαβριήλ Διονυσιάτης, ο Βαρλαάμ Γρηγοριάτης και ο Βασίλειος Κριβοσέιν, συνέχισαν κανονικά να ασκούν τα καθήκοντά τους συμμετέχοντας και στην αναθεώρηση του Καταστατικού Χάρτη.
Το πλήρες κείμενο του γράμματος των Αγιορειτών προς τον Χίτλερ έχει ως εξής:
«Εν Αγίω Όρει τη 13)26η Απριλίου 1941
ΠΡΟΣ
Την Αυτού εξοχότητα τον Αρχικαγκελάριον του ενδόξου
Γερμανικού Κράτους Κύριον
ΑΔΟΛΦΟΝ ΧΙΤΛΕΡ
ΕΙΣ ΒΕΡΟΛΙΝΟΝ
Εξοχώτατε,
Οι Βαθυσεβάστως υποσημειούμενοι Αντιπρόσωποι των Είκοσιν Ιερών Βασιλικών, Πατριαρχικών και Σταυροπηγιακών Μονών του Αγίου Όρους Άθω, λαμβάνομεν την εξαιρετικήν τιμήν να απευθυνθώμεν προς την Υμετέραν Εξοχότητα και παρακαλέσωμεν αυτήν θερμώς, όπως, ευαρεστουμένη, αναλάβη υπό την υψηλήν προσωπικήν Αυτής προστασίαν και κηδεμονίαν τον Ιερόν τούτον Τόπον, του οποίου Ηγούμενοι και Αντιπρόσωποι τυγχάνομεν, διαδεχομένη εν τούτω τους ιδρυτάς και ευεργέτας του Ιερού τούτου Τόπου Βυζαντινούς Αυτοκράτορας και τους διαδόχους αυτών.
Το Άγιον Όρος, Εξοχώτατε, συνέστη εις Πανορθόδοξον μοναχικήν πολιτείαν, εις ην ανέκαθεν διαβιούν εν αγαστή ομονοία μοναχοί ακωλύτως προερχόμενοι από διάφορα ορθόδοξα Έθνη, κατά τον Θ’ μ.Χ. αιώνα, πνευματικώς μεν εξαρτώμενον από του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, πολιτικώς δε αυτοδιοικούμενον υπό της Ιεράς Συνάξεως των Αντιπροσώπων των Είκοσιν Ιερών και Κυριάρχων Μονών και πολιτειακώς υπαγόμενον υπό την προστασίαν και κηδεμονίαν των Βυζαντινών αυτοκρατόρων και των διαδόχων αυτών.
Το αυτονομιακόν τούτο πολίτευμα περιεθριγκώθη δι’ αλλεπαλλήλων Τυπικών και Χρυσοβούλων των ιδρυτών και ευεργετών των Ιερών Μονών Βυζαντινών αυτοκρατόρων, Βασιλείου του Μακεδόνος (882), Ιωάννου Τσιμισκή (972), Κωνσταντίνου Μονομάχου (1046), Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου (1406), Στεφάνου Δουσάν (1346) και άλλων Σλαύων, Ουγγροβλάχων Ηγεμόνων και των μετέπειτα Σουλτανικών Φιρμανίων, τελευταίως δε υπό του Καταστατικού Χάρτου του 1926, ούτινος δύο αντίτυπα εσωκλείομεν.
Το ουτωσί καθιερωθέν προνομιακόν και αυτοδιοίκητον καθεστώς του Ιερού τούτου Τόπου, αποτελέσεν αντικείμενον συζητήσεων και επικυρώσεων διαφόρων Διεθνών συνθηκών, περιεθριγκώθη τέλος διά του 62ου άρθρου της Βερολινείου συνθήκης του έτους 1878 έχοντος ούτω “οι μοναχοί του Όρους Άθω οθενδήποτε και αν κατάγωνται θα διατηρήσωσι τα κτήματα και τα πρότερα αυτών δικαιώματα και θ’ απολαύωσιν, άνευ ουδεμιάς εξαιρέσεως, πλήρους ισότητος δικαιωμάτων και προνομίων”.
Των εν Αγίω Όρει ενασκουμένων μοναχών, ανεξαρτήτως τόπου προελεύσεως και εθνικότητος, σκοπός και αποστολή καθ’ όλον τον υπερχιλιετή βίον του Αγίου Όρους υπήρξεν η διατήρησις, προαγωγή και εξασφάλισις των Ιερών αυτού σκηνωμάτων, η διά της ακαταπονήτου φιλεργίας των εν αυτώ ενασκουμένων μοναχών καλλιέργεια της τε Εκκλησιαστικής και κλασσικής φιλολογίας και καλλιτεχνίας, ο ασκητικός βίος και η διηνεκής προσευχή υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου.
Την διατήρησιν του καθεστώτος τούτου της αυτονόμου μοναχικής πολιτείας, ικανοποιούντος πλήρως άπαντας τους εν Αγίω Όρει ενασκουμένους, ανεξαρτήτως εθνικότητος ορθοδόξους μοναχούς και εναρμονιζομένου προς τον σκοπόν και την αποστολήν αυτών, παρακαλούμεν και ικετεύομεν θερμώς την Υμετέραν Εξοχότητα, όπως αναλάβη υπό την υψηλήν προστασίαν και κηδεμονίαν Αυτής.
Τον Βασιλέα των Βασιλευόντων και Κύριον των Κυριευόντων εξ όλης ψυχής και καρδίας ικετεύοντες, όπως επιδαψιλεύη τη Υμετέρα Εξοχότητι υγείαν και μακροημέρευσιν επ’ αγαθώ του ενδόξου Γερμανικού Έθνους,
Υποσημειούμεθα βαθυσεβάστως
Οι Πληρεξούσιοι Αντιπρόσωποι της Εκτάκτου Διπλής Ιεράς Συνάξεως των Είκοσιν Ιερών και Ευαγών Μονώντου Αγίου Όρους Άθω»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου