Πέμπτη 11 Νοεμβρίου 2010

Η ΜΕΛΙΝΑ ΜΕΡΚΟΥΡΗ ΓΡΑΦΕΙ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΤΗΣ ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΟΥΣ ΤΗΣ ΕΡΩΤΕΣ

''Ο πρώτος άντρας που αγάπησα ονομαζόταν Σπύρος. Ήταν υπερβολικά όμορφος, υπερβολικά γοητευτικός. Το στόμα του μύριζε γλυκύτερα απ' το στόμα οποιουδήποτε άντρα που γνώρισα ποτέ. Λάτρευα το αγκάλιασμά του, ένα αγκάλιασμα που ήταν αρωματισμένο με ροδόνερο και βασιλικό. Ήταν δυνατός. Ήταν ψηλός. Αγαπούσε τη γυναίκα του και την απατούσε. Αγαπούσε τους γιους του και τους φρόντιζε. Ένιωθε πάθος για μένα, κι αυτό έκανε τα
 παιδικά μου χρόνια πολύ ευτυχισμένα. Ο Σπύρος ήταν ο παπούς μου. Ήταν επίσης Δήμαρχος Αθηναίων επί τριάντα χρόνια.
Ο γιος του, ο Σταμάτης, ο πατέρας μου, ήταν επίσης προορισμένος για την πολιτική. Αλλά ακόμα κι όταν παντρεύτηκε στην προχωρημένη ηλικία των είκοσι δύο χρόνων με μια κοπέλα που ήταν είκοσι ενός, εξακολούθησε να ζει στο σπίτι του Μεγάλου Σπύρου και να κυριαρχείται από εκείνον. Ο Σπύρος ήταν η ανώτατη εξουσία. Όλοι ήμαστε σκλάβοι του αλλά ήταν μια γλυκιά σκλαβιά. [....] η μητέρα μου η Ειρήνη και η γιαγιά μου η Αμαλία, ήταν περιορισμένες στο σπίτι και στις χαρές του κεντήματος. Αν ποτέ έρριχναν μια λοξή ματιά σ' έναν άντρα, απειλούνταν με στραγγαλισμό ή και διώξιμο. Εξάλλου, κανένας Αθηναίος με λογική δεν θα τολμούσε να πλησιάσει μια γυναίκα της οικογένειας μας. Ο Μεγάλος Σπύρος είχε πιστόλια στο σπίτι. Αυτό ήταν γνωστό. Και ο πατέρας μου, όχι μόνο για έναν εντυπωσιακό κατάλογο από απιστίες αλλά και για το ανέμελο θάρρος του, ονομαζόταν «Ντ' Αρτανιάν».
Ακόμη και σαν παιδί αναγνώριζα το άδικο αυτών των διπλών κριτηρίων. Υπήρχαν πολλοί «Ντ' Αρτανιάν» στην Αθήνα, αλλά όχι αρκετές «Μυλαίδες». Αποφάσισα να γίνω η «Μυλαίδη» ή η Λαίδη Χάμιλτον ή η Μεγάλη Αικατερίνη, αλλά ασφαλώς να μην δεχθώ τη ζωή της μητέρας μου ή της γιαγιάς μου. Με λίγα λόγια, ήθελα ν' αλλάξω την εποχή. Αμφιβάλλω αν ήμουν εγώ υπεύθυνη γι' αυτό, αλλά οι καιροί έχουν αλλάξει.
Τα παιδικά μου χρόνια ήταν πολύ ευτυχισμένα. Ο παπούς με προστάτευε. Μ' έπαιρνε μαζί του όπου κι αν πήγαινε. Όλα μάς διασκέδαζαν κι όλοι μάς ζήλευαν. Ήμουν η αγαπημένη του και ήταν παράδεισος να' σαι η αγαπημένη του αγαπημένου τέκνου της Αθήνας. Ιδιαίτερα τις απόκριες. Τις Κυριακές της απόκριας, διασχίζαμε την Αθήνα μέσα σ' ανοιχτό αμάξι κι ο άρχοντας της πόλης συναντούσε το λαό του. Κι εγώ ήμουν εκείνη που καθόταν δίπλα του. Αλλά πρώτα, μια μικρή πρόβα. Κάθισε ίσια, με αξιοπρέπεια, με σιγουριά. Υποκλίσου με χάρη, δεξιά, αριστερά. Πολύ καλά! Πάμε!''  (Aπό το βιβλίο της ''Γεννήθηκα Ελληνίδα'')

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου